Όσο κι αν το πολιτικό σύστημα προσπαθεί λυσσαλέα να διατηρήσει την παλαιοκομματική του κυριαρχία, οι εποχές έχουν αλλάξει. Κι αυτές οι εκλογές αναδεικνύονται σε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και σημαντικές.
Πρώτον, κανένα από τα παλαιά κόμματα δεν φαίνεται να θριαμβεύει, παρά τα εκβιαστικά διλήμματα, που επιχειρούν. Σύμφωνα τουλάχιστον με τα δημοσκοπικά δεδομένα, ο δικομματισμός δεν δείχνει να ξεπερνάει το 60%. Πιο πιθανό είναι ένα ποσοστό, συνολικά, λίγο πάνω από το 50% - και μάλιστα με διαφαινόμενη μικρή διαφορά, όποιος κι αν είναι μπροστά. Το λογικότερο είναι να κερδίσει το παιχνίδι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση, αλλά όχι έτσι ώστε να μπορεί να θριαμβολογεί και να απαιτεί την πτώση της κυβέρνησης, όπως δημαγωγικά προαναγγέλλει με το συνθήμα “25 Μαίου ψηφίζουμε και φεύγουν”, μάλλον έχοντας ξεχάσει οτι η δεδηλωμένη δεν εξαρτάται από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Αν μάλιστα επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις που δίνουν προβάδισμα στη Νέα Δημοκρατία, η καμπάνια γίνεται τελείως ρεζίλι.
Ούτε όμως η Νέα Δημοκρατία μπορεί να είναι ευχαριστημένη. Αδυνατώντας να μετεξελιχθεί σε μια σοβαρή κεντροδεξιά, δείχνει να παρακαλάει για τις ψήφους όσων επιθυμούν την ευρωπαϊκή σταθερότητα, ελπίζοντας οτι θα επαναληφθεί το φαινόμενο του 2012, ακόμα και αριστεροί να την ψηφίσουν με βαριά καρδιά, για να μην επικρατήσει η “ριζοσπαστική” ελαφρότητα του ΣΥΡΙΖΑ και του αρχηγού του. Έχοντας μια ηγετική ομάδα που εξακολουθεί να φλερτάρει με την ακροδεξιά ψήφο (όπως απέδειξε όχι μόνο η υπόθεση Μπαλτάκου, αλλά και η συμπεριφορά υποψηφίων όπως ο Άρης Σπηλιωτόπουλος), οι προαναγγελίες για κεντροδεξιά μετεξέλιξη, ως “Νέα Ελλάδα” μοιάζουν από κούφιες, έως φαιδρές. Η δεξιά παράταξη δεν θα γίνει ποτέ ξανά μεγάλη, αν δεν κινηθεί προς το κέντρο και δεν αποποιηθεί (ή δεν φιμώσει εντός της) τα ακροδεξιά της σταγονίδια.
Το ΠΑΣΟΚ και η ηγεσία του αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη πρόκληση στην ιστορία τους. Αν επιβεβαιωθούν οι απογοητευτικές επιδόσεις, που δείχνει δημοσκοπικά να έχει η Ελιά, καταδεικνύεται πόσο οι χειρισμοί Βενιζέλου οδήγησαν “αριστοτεχνικά” και αυτοκαταστροφικά στο πνίξιμο της πρωτοβουλίας για την ανανέωση της κεντροαριστεράς, κάτι που ξεχνούν όσοι υπερασπίζονται ακόμα την στήριξη του νεοπαγούς σχηματισμού. Ένας ή δύο το πολύ ευρωβουλευτές, πιθανότατα από τους πιο κομματικούς, με τη βοήθεια των (όποιων) μηχανισμών, οδηγούν σε μια εικόνα συρρίκνωσης και παρακμής. Ο ίδιος ο Ευάγγελος Βενιζέλος προσπαθεί να πείσει για το απαραίτητο της παραμονής του στην εξουσία, ενώ απειλεί οτι δεν θα παραιτηθεί, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, παραβιάζοντας έτσι κάθε αρχή της πολιτικής. Και φυσικά, ο Γιώργος Παπανδρέου απολαμβάνει την εκδίκηση, που είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο...
Αν όλοι οι πρώην υπουργοί και πρωταγωνιστές της αμεριμνησίας δεν αντιληφθούν οτι η κεντροαριστερά δεν αναγεννάται με Βενιζέλους, Λοβέρδους και Καστανίδηδες, τότε το αμέσως επόμενο βήμα είναι η δημοσκοπική ανυπαρξία, όπως αυτή της ΔΗΜΑΡ. Όσο για το κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς, αν δεν αντιληφθεί οτι η περιθωριοποίηση του οφείλεται στην πεισματική άρνηση να αναλάβει ρόλο στις εξελίξεις και στην (σχεδόν αυτιστική) απομόνωση του σε αριστερά συμπλέγματα, τότε ένα κάποτε αισιόδοξο εγχείρημα για την ελληνική αριστερά θα έχει άδοξο τέλος. Δυστυχώς, προς όφελος και της παλαιολιθικής σταθερότητας του σταλινισμού.
Δεύτερον, η κοινωνία (και όχι τα συμφέροντα και οι εκδότες, όπως αφελώς αρέσκεται να βαυκαλίζεται, προς ίδιον όφελος, ο συνωμοσιολογικός αριστερός και δεξιός λαϊκισμός) δείχνει να αντιδρά υγιώς, όχι μόνο στην αδυναμία αναγέννησης της κεντροαριστεράς, αλλά και στην αποθράσυνση της ακροδεξιάς συμμορίας, μετά την υπόθεση Μπαλτάκου. Το Ποτάμι, αρέσει δεν αρέσει ο ιδρυτής του, δείχνει να κερδίζει την (συμβολικά πολύ σημαντική) τρίτη θέση, εκτοπίζοντας την Χρυσή Αυγή - και τους θρασύδειλους πανηγυρισμούς της, που θα ακολουθούσαν μια τέτοια εκδοχή. Δεν είναι όμως και σίγουρο οτι η Ελλάδα θα αποφύγει αυτή τη ντροπιαστική, για ευρωπαϊκή χώρα, εξέλιξη - και γι αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Στην Ουγγαρία, το νεοναζιστικό κόμμα ξεπέρασε το 20%, δείχνοντας (χωρίς να γίνονται αταίριαστες συγκρίσεις), οτι δεν πρέπει ποτέ να υποτιμούμε το φαινόμενο.
Το νεοσύστατο κόμμα, με το (ουσιαστικά) λαμπερό ευρωψηφοδέλτιο θα έχει πιθανώς και ρόλο ρυθμιστή στην εκλογή του Προέδρου της Κομισιόν, που για πρώτη φορά θα εξαρτηθεί απο τη σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου και τη μάχη στήθος με στήθος των δύο μεγάλων ομάδων, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος και της ομάδας των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών. Αναλόγως αν συνταχθεί με τους Σοσιαλδημοκράτες ή τους Φιλελεύθερους, με την πλάστιγγα να γέρνει λογικά προς τον ένα από τους δύο μονομάχους, τον σοσιαλδημοκράτη Σουλτς, είναι πιθανό να συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξη του νικητή. Ωστόσο, η καθυστέρηση της αποσαφήνισης και η παλαιοκομματική αποστασιοποίηση από τις απόψεις του Νίκου Δήμου δείχνουν απουσία τόλμης και αφαίρεσαν πόντους.
Τρίτον, η αναμέτρηση αυτή, στην αυτοδιοικητική της πτυχή, δείχνει οτι θα αποτελέσει μια κατά κράτος ήττα του (δι)κομματισμού. Αν επαληθευθούν οι δημοσκοπήσεις, τα δύο “μεγάλα” κόμματα κινδυνεύουν να μην αναδείξουν ούτε έναν από τους υποψηφίους τους στους μεγάλους δήμους και περιφέρειες. Αν εκλεγούν Καμίνης, Μπουτάρης, Μώραλης, Σγουρός και Τζιτζικώστας, η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχουν ούτε ένα νικητή σε Αθήνα, Πειραιά, Αττική και Θεσσαλονίκη. Χωρίς να σημαίνει οτι όλες αυτές οι υποψηφιότητες υπηρετούν την ανάγκη υγιούς αιμοδοσίας του πολιτικού προσωπικού, όπως οι δύο πρώτες, η παταγώδης αποτυχία των παλαιοκομματικών προτάσεων, αν συμβεί, θα δείξει πόσο οι ψηφοφόροι γυρίζουν πλέον την πλάτη στις κατευθυνόμενες επιλογές για την αυτοδιοίκηση.
Τέλος, το μεγάλο στοίχημα είναι το ποσοστό της αποχής, που λειτουργεί πάντα προς όφελος των κομμάτων που θα υπερβούν το εκλογικό μέτρο. Το κυβερνητικό “κολπάκι” για ευρωεκλογές μαζί με το β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών κινδυνεύει να αποβεί μοιραίο, καθώς αυτοί που θα ταξιδέψουν στους τόπους καταγωγής τους αναγκαστικά (λόγω κόστους) μόνο την πρώτη Κυριακή ή θα “πάνε για μπάνιο” τη δεύτερη, θα ενισχύσουν ουσιαστικά τους “συνήθεις υπόπτους” της πολιτικής μας ζωής. Οι περισσότεροι εκ των οποίων, όπως δείχνουν και τα γεμάτα “μαϊντανούς” και φανατικούς ψηφοδέλτια, είναι παράγοντες καθυστέρησης - και όχι εξόδου απο την κρίση.
Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice
Η φωτό είναι από το www.tumblr.com και το εξώφυλλο από το www.suchac-martinsuchy. blogspot.com
To post συνοδεύεται από το "A Little Bit of Feel Good" του Βρετανού Jamie Lidell
Πρώτον, κανένα από τα παλαιά κόμματα δεν φαίνεται να θριαμβεύει, παρά τα εκβιαστικά διλήμματα, που επιχειρούν. Σύμφωνα τουλάχιστον με τα δημοσκοπικά δεδομένα, ο δικομματισμός δεν δείχνει να ξεπερνάει το 60%. Πιο πιθανό είναι ένα ποσοστό, συνολικά, λίγο πάνω από το 50% - και μάλιστα με διαφαινόμενη μικρή διαφορά, όποιος κι αν είναι μπροστά. Το λογικότερο είναι να κερδίσει το παιχνίδι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση, αλλά όχι έτσι ώστε να μπορεί να θριαμβολογεί και να απαιτεί την πτώση της κυβέρνησης, όπως δημαγωγικά προαναγγέλλει με το συνθήμα “25 Μαίου ψηφίζουμε και φεύγουν”, μάλλον έχοντας ξεχάσει οτι η δεδηλωμένη δεν εξαρτάται από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Αν μάλιστα επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις που δίνουν προβάδισμα στη Νέα Δημοκρατία, η καμπάνια γίνεται τελείως ρεζίλι.
Ούτε όμως η Νέα Δημοκρατία μπορεί να είναι ευχαριστημένη. Αδυνατώντας να μετεξελιχθεί σε μια σοβαρή κεντροδεξιά, δείχνει να παρακαλάει για τις ψήφους όσων επιθυμούν την ευρωπαϊκή σταθερότητα, ελπίζοντας οτι θα επαναληφθεί το φαινόμενο του 2012, ακόμα και αριστεροί να την ψηφίσουν με βαριά καρδιά, για να μην επικρατήσει η “ριζοσπαστική” ελαφρότητα του ΣΥΡΙΖΑ και του αρχηγού του. Έχοντας μια ηγετική ομάδα που εξακολουθεί να φλερτάρει με την ακροδεξιά ψήφο (όπως απέδειξε όχι μόνο η υπόθεση Μπαλτάκου, αλλά και η συμπεριφορά υποψηφίων όπως ο Άρης Σπηλιωτόπουλος), οι προαναγγελίες για κεντροδεξιά μετεξέλιξη, ως “Νέα Ελλάδα” μοιάζουν από κούφιες, έως φαιδρές. Η δεξιά παράταξη δεν θα γίνει ποτέ ξανά μεγάλη, αν δεν κινηθεί προς το κέντρο και δεν αποποιηθεί (ή δεν φιμώσει εντός της) τα ακροδεξιά της σταγονίδια.
Το ΠΑΣΟΚ και η ηγεσία του αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη πρόκληση στην ιστορία τους. Αν επιβεβαιωθούν οι απογοητευτικές επιδόσεις, που δείχνει δημοσκοπικά να έχει η Ελιά, καταδεικνύεται πόσο οι χειρισμοί Βενιζέλου οδήγησαν “αριστοτεχνικά” και αυτοκαταστροφικά στο πνίξιμο της πρωτοβουλίας για την ανανέωση της κεντροαριστεράς, κάτι που ξεχνούν όσοι υπερασπίζονται ακόμα την στήριξη του νεοπαγούς σχηματισμού. Ένας ή δύο το πολύ ευρωβουλευτές, πιθανότατα από τους πιο κομματικούς, με τη βοήθεια των (όποιων) μηχανισμών, οδηγούν σε μια εικόνα συρρίκνωσης και παρακμής. Ο ίδιος ο Ευάγγελος Βενιζέλος προσπαθεί να πείσει για το απαραίτητο της παραμονής του στην εξουσία, ενώ απειλεί οτι δεν θα παραιτηθεί, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, παραβιάζοντας έτσι κάθε αρχή της πολιτικής. Και φυσικά, ο Γιώργος Παπανδρέου απολαμβάνει την εκδίκηση, που είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο...
Αν όλοι οι πρώην υπουργοί και πρωταγωνιστές της αμεριμνησίας δεν αντιληφθούν οτι η κεντροαριστερά δεν αναγεννάται με Βενιζέλους, Λοβέρδους και Καστανίδηδες, τότε το αμέσως επόμενο βήμα είναι η δημοσκοπική ανυπαρξία, όπως αυτή της ΔΗΜΑΡ. Όσο για το κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς, αν δεν αντιληφθεί οτι η περιθωριοποίηση του οφείλεται στην πεισματική άρνηση να αναλάβει ρόλο στις εξελίξεις και στην (σχεδόν αυτιστική) απομόνωση του σε αριστερά συμπλέγματα, τότε ένα κάποτε αισιόδοξο εγχείρημα για την ελληνική αριστερά θα έχει άδοξο τέλος. Δυστυχώς, προς όφελος και της παλαιολιθικής σταθερότητας του σταλινισμού.
Δεύτερον, η κοινωνία (και όχι τα συμφέροντα και οι εκδότες, όπως αφελώς αρέσκεται να βαυκαλίζεται, προς ίδιον όφελος, ο συνωμοσιολογικός αριστερός και δεξιός λαϊκισμός) δείχνει να αντιδρά υγιώς, όχι μόνο στην αδυναμία αναγέννησης της κεντροαριστεράς, αλλά και στην αποθράσυνση της ακροδεξιάς συμμορίας, μετά την υπόθεση Μπαλτάκου. Το Ποτάμι, αρέσει δεν αρέσει ο ιδρυτής του, δείχνει να κερδίζει την (συμβολικά πολύ σημαντική) τρίτη θέση, εκτοπίζοντας την Χρυσή Αυγή - και τους θρασύδειλους πανηγυρισμούς της, που θα ακολουθούσαν μια τέτοια εκδοχή. Δεν είναι όμως και σίγουρο οτι η Ελλάδα θα αποφύγει αυτή τη ντροπιαστική, για ευρωπαϊκή χώρα, εξέλιξη - και γι αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Στην Ουγγαρία, το νεοναζιστικό κόμμα ξεπέρασε το 20%, δείχνοντας (χωρίς να γίνονται αταίριαστες συγκρίσεις), οτι δεν πρέπει ποτέ να υποτιμούμε το φαινόμενο.
Το νεοσύστατο κόμμα, με το (ουσιαστικά) λαμπερό ευρωψηφοδέλτιο θα έχει πιθανώς και ρόλο ρυθμιστή στην εκλογή του Προέδρου της Κομισιόν, που για πρώτη φορά θα εξαρτηθεί απο τη σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου και τη μάχη στήθος με στήθος των δύο μεγάλων ομάδων, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος και της ομάδας των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών. Αναλόγως αν συνταχθεί με τους Σοσιαλδημοκράτες ή τους Φιλελεύθερους, με την πλάστιγγα να γέρνει λογικά προς τον ένα από τους δύο μονομάχους, τον σοσιαλδημοκράτη Σουλτς, είναι πιθανό να συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξη του νικητή. Ωστόσο, η καθυστέρηση της αποσαφήνισης και η παλαιοκομματική αποστασιοποίηση από τις απόψεις του Νίκου Δήμου δείχνουν απουσία τόλμης και αφαίρεσαν πόντους.
Τρίτον, η αναμέτρηση αυτή, στην αυτοδιοικητική της πτυχή, δείχνει οτι θα αποτελέσει μια κατά κράτος ήττα του (δι)κομματισμού. Αν επαληθευθούν οι δημοσκοπήσεις, τα δύο “μεγάλα” κόμματα κινδυνεύουν να μην αναδείξουν ούτε έναν από τους υποψηφίους τους στους μεγάλους δήμους και περιφέρειες. Αν εκλεγούν Καμίνης, Μπουτάρης, Μώραλης, Σγουρός και Τζιτζικώστας, η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχουν ούτε ένα νικητή σε Αθήνα, Πειραιά, Αττική και Θεσσαλονίκη. Χωρίς να σημαίνει οτι όλες αυτές οι υποψηφιότητες υπηρετούν την ανάγκη υγιούς αιμοδοσίας του πολιτικού προσωπικού, όπως οι δύο πρώτες, η παταγώδης αποτυχία των παλαιοκομματικών προτάσεων, αν συμβεί, θα δείξει πόσο οι ψηφοφόροι γυρίζουν πλέον την πλάτη στις κατευθυνόμενες επιλογές για την αυτοδιοίκηση.
Τέλος, το μεγάλο στοίχημα είναι το ποσοστό της αποχής, που λειτουργεί πάντα προς όφελος των κομμάτων που θα υπερβούν το εκλογικό μέτρο. Το κυβερνητικό “κολπάκι” για ευρωεκλογές μαζί με το β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών κινδυνεύει να αποβεί μοιραίο, καθώς αυτοί που θα ταξιδέψουν στους τόπους καταγωγής τους αναγκαστικά (λόγω κόστους) μόνο την πρώτη Κυριακή ή θα “πάνε για μπάνιο” τη δεύτερη, θα ενισχύσουν ουσιαστικά τους “συνήθεις υπόπτους” της πολιτικής μας ζωής. Οι περισσότεροι εκ των οποίων, όπως δείχνουν και τα γεμάτα “μαϊντανούς” και φανατικούς ψηφοδέλτια, είναι παράγοντες καθυστέρησης - και όχι εξόδου απο την κρίση.
Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice
Η φωτό είναι από το www.tumblr.com και το εξώφυλλο από το www.suchac-martinsuchy. blogspot.com
To post συνοδεύεται από το "A Little Bit of Feel Good" του Βρετανού Jamie Lidell
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου