28.3.13

Δεν κρατιέμαι...

Ήταν ένας μήνας (και πλέον) κινηματογραφικής πανδαισίας. Μετά την οσκαρική “κορύφωση”, η αναγκαστική αποχή από τη δουλειά μου επέτρεψε να δω ένα σωρό ταινίες, παλιές και καινούργιες, κακές και καλές - λιγότερο στον κινηματογράφο (λόγω δυσκολίας μετακίνησης και “βολέματος” του γύψου στα καθίσματα) και περισσότερο στη Νova.

Στο fade-out της κινηματογραφικής σεζόν, η κωμωδία που ξεχωρίζει με την επιτηδευμένη της ελαφρότητα, αλλά και την αλληγορική της αναφορά στην κρίση που μαστίζει την Ισπανία και όλη τη (νότια) Ευρώπη, είναι η “Los Amantes Pasajeros” του Pedro Almodovar - που όμως πλασάρεται διεθνώς με τον τίτλο “I ‘m So Excited”, με βάση την απολαυστική σκηνή, στην οποία οι τρεις gay (μα τόσο gay) φροντιστές μιας πτήσης που κάνει κύκλους πάνω από το Τολέδο λόγω μηχανικής βλάβης, χορεύουν το εμβληματικό disco hit των Pointer Sisters, προς τέρψιν των τρομοκρατημένων επιβατών της πρώτης θέσης. Στην ελληνική διανομή προκρίθηκε ο (όχι άστοχος) τίτλος “Δεν κρατιέμαι”, καθώς και οι δύο άλλες εκδοχές προφανώς δεν θα πετύχαιναν στη μετάφραση στα ελληνικά.

Εδώ και λίγες ημέρες, ο τίτλος εκφράζει, για άλλους λόγους, απολύτως και εμένα. Αν και ακόμα οι καθημερινές δραστηριότητες και η μετακίνηση με κουράζουν, δεν βλέπω την ώρα να επιστρέψω (σταδιακά, καθώς δεν μπορώ να κάτσω ακόμα πολλές ώρες σε γραφείο με το πόδι κάτω) στη δουλειά μου, με πρώτο στόχο το καθημερινό μας ραντεβού 8 με 10πμ στον Kosmos 93,6. Κάθε πρωί ξυπνάω ξανά νωρίς (θέλω δεν θέλω), ακούω μουσικές - και ετοιμάζω με τη χαρά μικρού παιδιού την επιστροφή μου, μετά από 2 μήνες (είχε προηγηθεί και μια σχεδόν 15θήμερη απεργία), όσο μπορώ καλύτερα.

Δεν πέρασε μέρα όλο αυτό το διάστημα, που κάποιος να μη μου έστειλε μήνυμα ή αργότερα να μη με σταμάτησε στο δρόμο - και να μη με ρώτησε για την εκπομπή, λέγοντας ταυτόχρονα καλά λόγια. Η προσωπική επαφή μου επέτρεψε να δω άλλη μια φορά ανθρώπους με φωτεινά χαμόγελα, με φινέτσα στην έκφραση και εμφανή καλλιέργεια - κι αυτό με τιμά και με ευχαριστεί, όσο δεν φαντάζεστε.

Σας ευχαριστώ όλους για τη θερμή συμπαράσταση - και κυρίως για την προσμονή που εκφράσατε να ξανακούσετε την εκπομπή, είναι κάτι που δεν μου έχει συμβεί, σε αυτή την έκταση, ποτέ στην 25χρονη καριέρα μου στο ραδιόφωνο και αργότερα στην τηλεόραση. Πάντοτε πίστευα οτι σημαντικότερη από την ευρεία απήχηση είναι η εκτίμηση, αλλά τον τελευταίο καιρό μου κλονίζετε την πεποίθηση αυτή, εκφράζοντας μαζικά μια “δίψα” για τον λόγο και την αισθητική, που έχετε ανάγκη για να ξεκινήσει η καθημερινή σας “περιπέτεια”.

Με τη συνήθη γκροτέσκα υπερβολή του, χαριτωμένα (αλλά μάταια πιστεύω), ο Almodovar προσπαθεί, όπως πάντα, να μας πείσει οτι όλοι είμαστε gay (κι οτι αν δεν είμαστε ακόμα, είμαστε εν δυνάμει και δεν το ξέρουμε) - και δεν εγκαταλείπει την εμμονή του, είναι άλλωστε ένα από τα “κολλήματα” που τον κάνει έναν τόσο μοναδικό σκηνοθέτη. Αν και η παραγωγή θυμίζει λίγο ελληνική ταινία της δεκαετίας του ’60 (με την ιδιαίτερη όμως χρωματική αισθητική), τα καταφέρνει μια χαρά να προκαλέσει όχι μόνο το χαμόγελο, αλλά και την ευφορία που προκαλεί η γνήσια καλλιτεχνική δημιουργία. Εκτός από το ομότιτλο κομμάτι, τo soundtrack περιλαμβάνει και πάλι την original μουσική του Alberto Iglesias, ένα σκωπτικό "Für Elise" σε λάτιν διασκευή και ένα ακόμη από τα ποπ κομμάτια, που συνθέτουν το μουσικό σύμπαν του Ισπανού σκηνοθέτη.

Στην καθημερινότητα της (ανοιξιάτικης πια) Αθήνας, λίγο μετά τα πρώτα γενέθλια αυτής της εκπομπής, που πέρασαν δυστυχώς σιωπηλά, στις 12 Μαρτίου, η δική μου εμμονή και φιλοδοξία είναι να σας κάνω να αρχίζετε τη μέρα με αισιοδοξία και ενεργοποίηση της σκέψης, με δύναμη να αντιμετωπίσετε τις δυσκολίες και τη χαρά της αισθητικής που προσφέρει η τόσο σημαντική αυτή τέχνη, η μουσική.

Από τη Δευτέρα το πρωί, μαζί με τα ψέμματα, θα είμαστε και πάλι σε επικοινωνία, αγαπητοί "συνεπιβάτες" (για να παραφράσω λίγο τον αρχικό τίτλο), μέσω της συχνότητας του Kosmos 93,6 & 107. Δεν κρατιέμαι...














Η φωτό είναι από το www.es.paperblog.com και το εξώφυλλο από το www.amazon.com

Το post συνοδεύεται από το original video του "I 'm So Excited" των Αμερικανών Pointer Sisters
.

buzz it!

25.3.13

Συνομιλώντας με τον εθνικισμό

“Με τους ΑΝΕΛ, σε πολλά, με χωρίζει άβυσσος. Αυτούς όμως, που διυλίζουν τον Καμμένο και καταπίνουν αμάσητους Γεωργιάδη, Βορίδη κλπ δεν τους μπορώ.” Αυτή η δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη στο twitter, που προσπαθεί εμφανώς να δικαιολογήσει την πρόσφατη προσέγγιση Τσίπρα-Καμμένου, είναι ενδεικτική του πώς διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος στη χώρα.


Η πρώτη λογική αντίρρηση είναι οτι αφού “τους χωρίζει άβυσσος”, ποιά μπορεί είναι η σκοπιμότητα της προσέγγισης, πέρα από έναν πολιτικό οπορτουνισμό, εμφανώς εδρασμένο στην ιδεολογία της “αντιμνημονιακής ομπρέλας, που όλους τους χωρεί”. Η δεύτερη έχει να κάνει με την αιχμή που εμπεριέχει, στη λογική του “κι εσείς σκοτώνατε τους μαύρους”: Είναι προφανές οτι απευθύνεται στους πρώην συντρόφους του Παπαδημούλη (με τους οποίους θα μπορούσε ανέτως να συμπορεύεται και τώρα, αν ήταν λίγο διαφορετικές οι πολιτικές εξελίξεις), που στηρίζουν την κυβέρνηση - μόνο που αμελεί να σημειώσει οτι λόγω ακριβώς της συμμετοχής της ΔΗΜΑΡ, οι δύο ακροδεξιές μεταγραφές από το ΛΑΟΣ δεν έχουν γίνει μέχρι τώρα υπουργοί. Κι έτσι, η συνεργασία με τον καφενειακό λαϊκισμό της ψεκασμένης ακροδεξιάς “ξεπλένεται”, θεωρείται δηλαδή λιγότερο κακό από την κυβερνητική συνεργασία με μια ακροδεξιού προσανατολισμού ηγεσία του μεγάλου συντηρητικού κόμματος.

Αυτή η διαδικασία του συμψηφισμού είναι μονίμως παρούσα στην πολιτική αντιπαράθεση. Ποιό είναι άραγε το νόημα να επιχειρείς να φανείς ανώτερος από τους αντιπάλους “που καταπίνουν αμάσητους τους Γεωργιάδη και Βορίδη”, όταν ζητούμενο είναι να ικανοποιείς τους δημοκρατικούς ψηφοφόρους που ακριβώς δεν αποδέχονται καμία από αυτές τις πολιτικές “προσωπικότητες”; Και γιατί είναι κώνωπας ο Καμμένος, και κάμηλοι οι ομογάλακτοι του;

Μόνο που η συζήτηση (και μόνο) με όσους απευθύνονται στη μικρονοϊκή πελατεία του φανατικού συντηρητισμού και του δημαγωγικού εντυπωσιασμού, είναι από μόνη της καταστροφική, όποιος κι αν είναι ο σκοπός, που υποτίθεται οτι “αγιάζει το μέσο”. Κι ακόμα χειρότερα, όταν (έστω και έμμεσα) κλείνεις το μάτι στην πελατεία της ακροδεξιάς, την ώρα που ο μεγαλύτερος κίνδυνος της χώρας είναι ο εκφασισμός, αποτελεί πολύ σοβαρό λάθος.

Δεν χρειάζονταν οι εξελίξεις στην Κύπρο, για να διαπιστώσουμε πόσο καταφεύγουμε στα καθυστερημένα εθνικιστικά αντανακλαστικά, για να μπαλώσουμε την ανεπάρκεια μας. Η εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου δίνει μιά ακόμα ευκαιρία, για να ακούσουμε πάσης φύσεως δηλώσεις παρωχημένου πολιτικαντισμού και λαϊκισμού, που απευθύνονται στα χαμηλά μας ένστικτα. Όπως συμβαίνει και με τον ρατσισμό, ο λιγότερο ανεπτυγμένος προσπαθεί να φανεί ανώτερος (από τον αμέσως λιγότερο) και να επιβεβαιώσει οπαδικά την υπόσταση του, επικαλούμενος εθνικές ταυτότητες, θρησκευτικές ανωτερότητες και γονίδια γεμάτα περήφανο DNA, αντί για αρχές και αξίες.

Στο σύγχρονο δυτικό κόσμο (ακόμα κι αν η Ευρώπη και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έχουν πάρει την κατεύθυνση που δεν θέλουμε), η περιχαράκωση σε “εθνικά στρατόπεδα”, μοιάζει εντελώς ανεδαφική, για τον δημοκρατικό, σκεπτόμενο πολίτη. Τι τον ενώνει με όποιον κουτοπόνηρο πολιτικό, ιερωμένο ή επιχειρηματία “φωλιάζει” τις μεθόδους του στην Ανατολική Μεσόγειο; Και γιατί είναι κανείς πιο κοντά σε όποιον ανεγκέφαλο ομοεθνή του ρέπει προς τη μισαλλόδοξη ακροδεξιά και όχι στον αντίστοιχο του Ευρωπαίο συμπολίτη, που κατοικεί στη Γαλλία ή στη Δανία - και με τον οποίον μοιράζεται τις ίδιες δημοκρατικές ιδέες και αξίες;

Οι “εθνικές επέτειοι” θα έπρεπε να είναι μια ευκαιρία όχι για να λάβουμε θέση σε στρατόπεδα φανατισμού, αλλά για να τιμηθούν αποκλειστικά οι αξίες που αυτές (θα έπρεπε να) εκπροσωπούν: Ο αγώνας για ανεξαρτησία και πολιτική αυτοδιάθεση (κι όχι για “περήφανα όχι”, που αγνοούν οτι μόνοι μας, με απύθμενο θράσος εκτινάξαμε το έλλειμμα και το χρέος, εν μέσω παγκόσμιας κρίσης), η αταλάντευτη άρνηση του φασισμού και του ναζισμού (κι όχι η εξομοίωση του με τις δεσποτικές και κοντόφθαλμες πολιτικές που εφαρμόζουν οι ισχυροί), η προάσπιση των αξιών του Διαφωτισμού και όλων των δικαιωμάτων και κατακτήσεων του σύγχρονου ευρωπαϊκού χάρτη (ακόμα κι αν αυτός παραβιάζεται από ηγεσίες, υποκινούμενες ακριβώς από συμφέροντα και άπληστους εθνικισμούς) - και όχι οι παρωχημένες και μίζερες (εν μέσω οικονομικής κρίσης) στρατιωτικές παρελάσεις, επενδεδυμένες με θρησκευτικο-πολιτικό κιτς, σε πλήρη αρμονία χουντικής αισθητικής, τα τελευταία χρόνια διανθισμένες με μερικές πινελιές “αγανακτισμένης πλατείας”, που ζητούν κρεμάλες, αντί θεσμούς.

Πατριωτικό είναι πραγματικά μόνο ότι ενισχύει (ή διασώζει) την οικονομία της χώρας και προάγει τη συνεργασία, τον εκσυγχρονισμό και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Όταν αντιληφθούμε οτι το “εθνικό συμφέρον” υπηρετείται μόνο μέσω της εντιμότητας, της αλήθειας, της αξιοκρατίας, του επαγγελματισμού, της μετριοπάθειας, της πολιτικής ωριμότητας και σωφροσύνης, με ταυτόχρονη απώθηση του λαϊκισμού, της δημαγωγίας και του πολιτικού τυχοδιωκτισμού, ίσως έχουμε κάνει ένα βήμα στην απομόνωση της (αναπόφευκτης σε κάθε χώρα) συντηρητικής καθυστέρησης. Κι ίσως βρεθούμε σταδιακά στη θέση μιας οργανωμένης κοινωνίας, που με ανοιχτό μυαλό προβλέπει και προσπαθεί να αποτρέψει τις δυσκολίες, αντί να αντιδρά σπασμωδικά, επικαλούμενη τις “εθνικές υπερηφάνειες” και τα “προαιώνια δίκαια”.

Όχι οτι στη μεταπολιτευτική μας ιστορία το προνόμιο ανήκει στην ακροδεξιά πλευρά της φαιδρότητας. Όπως προκλητικά δείχνουν και οι δύο σύζυγοι των πρωταγωνιστών της δικαστικής ζωής των τελευταίων μηνών, η υποκρισία και οι παθογένεις είναι απολύτως διαστρωματωμένες στο πολιτικό φάσμα: Η κυρία Σταμάτη δήλωσε οτι “οι γυναίκες της τάξης της (sic) δεν ρωτούν τον άντρα τους που βρήκε τα λεφτά”, ενώ η κυρία Παπαγεωργοπούλου τόλμησε να λοιδορήσει τον Γιάννη Μπουτάρη για το σκουλαρίκι του, σε αντιδιαστολή με το καθωσπρέπει νεοδημοκρατικό κιτς του συζύγου της, “που ήταν πάντα καλοντυμένος”, όσο το ταμείο του Δήμου άδειαζε.

Ωστόσο η σημαντικότερη έκφραση της σημερινής αριστεράς στην Ελλάδα (που επίσης “καταπίνει αμάσητους” τους στενούς πρώην συνεργάτες του Άκη Τσοχατζόπουλου) θα έπρεπε να ξέρει οτι όσο πιο πολύ φλερτάρεις με την ακροδεξιά, τόσο πιο πολύ κινδυνεύεις να βλάψεις τη χώρα: Παντού και πάντα (όπως θυμίζουν και οι παλιότερες περιπέτειες της Κύπρου), τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές, τις έχουν κάνει οι μετρ της υποκρισίας, οι “πατριώτες” και οι “εθνικόφρονες”...















Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice

Η γελοιογραφία είναι του Ανδρέα Πετρουλάκη από το www.kathimerini.gr και το εξώφυλλο από το www.amazon.com

To post συνοδεύεται από το Papa Don't Take No Mess (Part 1), από τον μεγάλο Αμερικανό "νονό του funk" James Brown.

buzz it!

20.3.13

Περιμένοντας τους βαρβάρους...

Τo πιο σουρεαλιστικό, τις τελευταίες ημέρες, είναι οι διαφημίσεις των κυπριακών τραπεζών στην τηλεόραση. Σα να έχει κολλήσει η βελόνα του πικάπ που κάποιος ξέχασε, υπενθυμίζοντας οδυνηρά σε πολλούς οτι μπορεί να μην ξαναδούν μέρος ή το σύνολο των χρημάτων τους. Το ίδιο τραγελαφικές κινδυνεύουν να αποδειχθούν οι όποιες προβλέψεις, για το επικίνδυνο πόκερ στο οποίο άφησε τον εαυτό της να μπλεχτεί η Κύπρος - όχι τώρα, εδώ και πολλά χρόνια.

Η απόφαση του Eurogroup θα μπορούσε να είναι “μία κάποια λύσις”, που λέει και ο Καβάφης στους “Βαρβάρους”: Η Κύπρος χρειάζεται 17 δισ. και θα πάρει τα 10 από τους Ευρωπαίους. Τα υπόλοιπα πρέπει να τα βάλει η ίδια. Είναι καλύτερο να τα πληρώνουν επί χρόνια οι Κύπριοι πολίτες, με χαράτσια στην ακίνητη περιουσία ή άλλες έκτακτες εισφορές; Γιατί να μην τα πληρώσουν, μιά κι έξω, αναλογικά, όσοι έχουν λεφτά (και μάλιστα πολλά) στις τράπεζες; Και ανάμεσα σε αυτούς, γιατί να μην πληρώσουν ακόμα περισσότερα οι Ρώσοι ολιγάρχες, φοροφυγάδες και μαφιόζοι, που ξεπλένουν το χρήμα τους στο νησί, εκμεταλλευόμενοι τις δυνατότητες που (όχι μόνο αυτή στην Ευρώπη) τους δίνει;

Και γιατί να μην πληρώσουν - εν τέλει - και οι Ελλαδίτες καταθέτες, που μετέφεραν τα λεφτά τους στην Κύπρο, όχι γιατί ήταν παράνομα ή αδήλωτα, αλλά γιατί φοβήθηκαν την έξοδο από το ευρώ, πριν τις διπλές περσινές εκλογές; (Η ειρωνία είναι οτι εδώ, αυτοί που φωνάζουν τώρα περισσότερο για τους κινδύνους κατάρρευσης των κυπριακών τραπεζών, είναι αυτοί που προκάλεσαν το φόβο για το ελληνικό bank run, με την απειλή να καταληφθεί η εξουσία από αντιλήψεις τύπου Στρατούλη και Λαφαζάνη). Μπορεί να συγκαταλέγονται στους “αθώους”, αλλά και το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, από την έκθεση στα ελληνικά ομόλογα δεν την έπαθε, κατά κύριο λόγο; Στο κάτω-κάτω, για τόκους 20 μηνών ή κάτι τέτοιο πρόκειται...

Όπως φάνηκε αμέσως όμως, η “λύση” δεν ήταν λύση. Πρώτον, διότι παραβίαζε την εγγύηση των καταθέσεων μέχρι 100 χιλιάδες ευρώ, που αποτελεί ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά και ανεξαρτήτως ποσού, “άγραφο νόμο” της τραπεζικής εμπιστοσύνης. Οι πιο απαισιόδοξοι μιλούν για το “μοιραίο λάθος” της ευρωζώνης, που θα στείλει τα λεφτά στα σεντούκια και θα τινάξει την εύθραυστη ισορροπία στον αέρα, προαναγγέλοντας το “τέλος της οικονομίας”. Οι τράπεζες είχαν πάντα μια προνομιακή θέση στην ελεύθερη οικονομία, πόσο μάλλον στην “ασύδοτη”: Όταν ευημερούν, τα κέρδη είναι δικά τους, αλλά όταν κινδυνεύουν πρέπει εκβιαστικά να τις σώσουμε, αν δεν θέλουμε “μετάδοση του ιού”. Εκτός αν πρόκειται για την Ισλανδία, που είχε κι αυτή τραπεζική “φούσκα” και τις άφησε στην τύχη τους, με πολύ ρίσκο.

Δεύτερον, διότι ακόμα κι αν διασώζονταν οι “καταθέτες της διπλανής πόρτας”, μέχρι τα 20 ή τα 100 χιλιάδες ευρώ, για να συγκεντρωθεί το ίδιο ποσό διάσωσης, θα έπρεπε το “κούρεμα” των υψηλότερων καταθέσεων να ανέβει αρκετά πάνω από το αρχικό 10%. Στην Κύπρο, κάποιοι επικαλέστηκαν τα νομικά προβλήματα που προκύπτουν από μια τέτοια υψηλή φορολόγηση, αλλά επί της ουσίας, τον φόβο οτι την επομένη οι Ρώσοι (και όχι μόνο αυτοί) θα τραβούσαν όλα τους τα λεφτά, εξοργισμένοι, χωρίς να είναι βέβαιο οτι θα μπορούσαν να τους σταματήσουν κάποια δελεαστικά ανταλλάγματα. Η κατάρρευση θα ερχόταν εκ των πραγμάτων, από την απώλεια των καλύτερων πελατών. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, λοιπόν, για την οικονομία με τον πολλαπλάσιο του ΑΕΠ τραπεζικό κύκλο εργασιών.

Η Κύπρος μοιάζει να είναι σε πολύ δυσχερή θέση, ανάμεσα στον εκβιασμό των Γερμανών και αυτό των Ρώσων. Η χείρα βοηθείας που ουδέποτε ως τώρα έδωσε ο Πούτιν, μπορεί να φανεί τώρα, αλλά με αμφίβολα αποτελέσματα - και σίγουρα με ισχυρά ανταλλάγματα στο ενεργειακό πεδίο και στο γεωπολιτικό πεδίο. Αν φυσικά δεν αφήσει τα πράγματα ως έχουν, για να πληγούν και να αποκαλυφθούν πολιτικοί εχθροί και φοροφυγάδες. Τίποτα δεν έχει διασωθεί και ο χρόνος λειτουργεί εναντίον του αδυνάμου, ειδικά όταν τα βουβάλια παίζουν “μπρα ντε φερ”, με κίνδυνο να ποδοπατήσουν τα βατράχια.

Σπάνια μια απόφαση της ευρωζώνης έχει προκαλέσει τόση κατακραυγή από τον διεθνή τύπο, κυρίως από την οπτική της υπεράσπισης της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος. Στα καθ’ ημάς, το κυπριακό Όχι έδωσε την ευκαιρία και πάλι να πανηγυρίσει το “εθνικό μέτωπο της άρνησης”, τονίζοντας το πόσο διαφορετικά συμπεριφέρονται οι πολιτικές ηγεσίες στην Κύπρο, σε σχέση με τις “υποχωρητικές” αντίστοιχες στην Ελλάδα. Όπως έγινε και με το σχέδιο Ανάν, η “αντίσταση κατά του κατακτητή” συνοδεύεται από την ελπίδα οτι ο χρόνος είναι υπέρ αυτού που δέχεται τον βομβαρδισμό των προτάσεων από αλλού - και παίζει καθυστέρηση.

Δυστυχώς, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες (και οι κοινωνίες τις οποίες αντανακλούν) είναι σε μεγάλο βαθμό “κατώτερες των περιστάσεων”. Η πνοή για μια αλληλέγγυα Ευρώπη που έχει όραμα, είναι δυσδιάκριτη, αν όχι απούσα, χαμένη μέσα στις εθνικιστικές κορώνες και τους εθνικούς εγωισμούς, τη μιζέρια της ύφεσης και την αδυναμία απάντησης στις προκλήσεις ενός τοπίου που καθορίζεται από ένα άπληστο χρηματοπιστωτικό σύστημα και τις αλλαγές στο μεταναστευτικό και στο γεωπολιτικό πεδίο. Η κολοκυθιά για την πατρότητα της αρχικής πρότασης του Eurogroup, θυμίζει δυστυχώς το πώς σφυρίζουν αδιάφορα και κουτοπόνηρα οι ακροδεξιοί, μην αναλαμβάνοντας θαρραλέα τις ευθύνες τους, όταν τιμωρείται κάποιος σαν τον Κατίδη.

Αλλά και η αντίδραση “ημών των αδυνάμων” είναι αυτή του σκύλου που τρέχει γύρω από την ουρά του. Αντί να προβλέψουμε την καταιγίδα (και να έχουμε έτοιμες απαντήσεις και προτάσεις, με σχέδιο και προοπτική), αφηνόμαστε σε μιαν απέλπιδα άμυνα, που είναι βέβαιο οτι θα είναι διάτρητη. Το να τη διανθίζουμε με πατριωτικές ή αντιστασιακές κραυγές, δεν οδηγεί πουθενά. Όταν η τρόικα επιβάλλει, εδώ στην Ελλάδα, για μια ακόμη χρονιά “έκτακτο χαράτσι” μέσω ΔΕΗ, γιατί δεν είμαστε έτοιμοι ή δεν καταφέρνουμε να πείσουμε για τον πολύ λιγότερο επιβαρυντικό ενιαίο φόρο ακίνητης περιουσίας, απλώς δεχόμαστε τις επιπτώσεις της ανικανότητας μας...


Update: Τέσσερα σενάρια για την επόμενη μέρα.












Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice και το ποίημα είναι αφιερωμένο στις 21 Μαρτίου, πρώτη μέρα της άνοιξης και Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.

Η φωτό είναι από το www.mlahanas.de και το εξώφυλλο από το www.amazon.com

To post συνοδεύεται από τη διασκευή του "My Baby Just Cares For Me" από την Καναδέζα Sophie Milman.

buzz it!

15.3.13

Τηλεόραση με πολιτικό ήθος...

Στην ιστορία της τηλεόρασης, πολλές σειρές έχουν “συγκλονίσει” το παγκόσμιο κοινό, άλλες γιατί έκοψαν την ανάσα με μια ευρηματική ιδέα, μια αστυνομική πλοκή που έκοβε την ανάσα ή ένα εξαιρετικό cast - κι άλλες γιατί απλούστατα “χτύπησαν φλέβα” στα χαμηλά ένστικτα που διεγείρει το τηλεπτικό κουτσομπολιό και η αισθητική της σαπουνόπερας, με τα κοντινά πλάνα και τους μακροσκελείς, επαναλαμβανόμενους διαλόγους, άνευ νοήματος πέραν του “γεμίσματος” του τηλεοπτικού χρόνου.

Δεν θέλει και πολλή (τηλεοπτική) φιλοσοφία, για να διαπιστώσει κανείς οτι όσο μεγαλύτερο προϋπολογισμό έχει στη διάθεση της μια τηλεοπική παραγωγή, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχει να αγγίξει ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας. Το ευρηματικό σενάριο, η σκηνοθεσία και οι ερμηνείες, οι τεχνικές προδιαγραφές είναι μερικά ακόμα εχέγγυα. Μπορεί όμως όλα αυτά να μην αρκούν, για να συγκινηθεί ο μη εθισμένος στην τηλεοπτική παρακολούθηση απαιτητικός (κινηματογραφικός) θεατής. Και σπανίως αρκούν για να αντιμετωπιστεί η “λάμψη” της χυδαίας πλευράς του τηλεοπτικού φεγγαριού.

Στη συνυφασμένη λοιπόν με την εμπορικότητα τηλεοπτική επιτυχία, δύο σειρές, το βρετανικό Downton Abbey και το δανέζικο Borgen, ήρθαν να αντιτάξουν τη δική τους ποιοτική πρόταση, με τεράστια απήχηση στο τηλεοπτικό κοινό, ακόμα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ενθαρρυντικό μήνυμα για τα τηλεοπτικά παγκόσμια πράγματα και το μέλλον του μέσου, στην αυγή της δεκαετίας του ’10 - και ιδιαιτέρως απογοητευτικό για τα καθ’ ημάς, καθώς ο άνθρωπος που τα έφερε με συνοπτικές (και ιδιαιτέρως συμφέρουσες οικονομικά) στην Ελλάδα της κρίσης, εκπαραθυρώθηκε “εν μια νυκτί” από την ΕΡΤ, αντί να τιμάται για την αναβάθμιση των τηλεοπτικών συνηθειών μας, που πέτυχε.

Δημιουργίες δύο διαφορετικών, αλλά συγγενών τηλεοπτικών σχολών, που (εξακολουθούν να) ακμάζουν, οι δύο σειρές (μαζί με διάφορες ανταγωνιστικές και μη, που προηγήθηκαν ή έπονται), κατάφεραν να επανεργοποιήσουν τηλεθεατές, που είχαν να “κολλήσουν” σε τηλεοπτική σειρά, από την εποχή του αξέχαστου “Ι Claudius”, με τον Derek Jacobi. Κι αν η βρετανική σειρά είχε εύλογα καλύτερες πιθανότητες εξ αρχής, το δανέζικο πολιτικό θρίλερ, που ασχολείται με τις ίντριγκες, αλλά και το ουσιαστικό περιεχόμενο της πολιτικής τη σημερινή εποχή, φαινόταν να μην έχει καμία τύχη στη μάχη της τηλεθέασης.

Πέρα λοιπόν από την αριστουργηματική ερμηνεία της Maggie Smith ή της Shirley McLain, το καλοπροσεγμένο production design, τους μεστούς διαλόγους ή τη ρεαλιστική απεικόνιση των κοινωνικών συνθηκών του μεσοπολέμου ή του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτικοκοινωνικού σκηνικού, οι τηλεοπτικές αυτές σειρές πετυχαίνουν, γιατί μεταχειρίζονται την πρώτη τους ύλη, τις ανθρώπινες σχέσεις, με σεβασμό - και χωρίς υπερβολική δραματοποίηση και κιτρινισμό. Η αλληλεπίδραση των δύο κόσμων, των αριστοκρατών και των υπηρετών τους, στο Downton Abbey, αλλά και αυτή της πολιτικής με τις ερωτικές και οικογενειακές σχέσεις των πολιτικών και των δημοσιογράφων στο Borgen είναι το συναρπαστικό στοιχείο, που τις κάνει να διαφέρουν. Δεν είναι τυχαίο που ο δημιουργός της πρώτης καλείται τώρα να κατακτήσει το τηλεοπτικό τοπίο στις Ηνωμένες Πολιτείες, με μια αμιγώς αμερικανική σειρά, ενώ η νέα δανέζικη παραγωγή ανθεί - και με κινηματογραφικές επιδόσεις.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα, στην ανώτερη βαθμίδα της (υποδόρειας ή μη) επιρροής, που καθορίζει το παιχνίδι - και το κερδίζει: Στην πιο ταξική κοινωνία που υπάρχει, τη βρετανική, την ώρα που η αριστοκρατία χάνει σταδιακά τα ηνία από την άνοδο της αστικής τάξης, το Downton Abbey προτάσσει το ήθος. Και παρά τις δηλητηριώδεις ατάκες της γιαγιάς Maggie Smith και τον διάχυτο συντηρητισμό μιας τάξης που χάνει τα προνόμια της, οι πρωταγωνιστές αρνούνται να εγκαταλείψουν μερικές βασικές ηθικές αξίες, όπως είναι η εντιμότητα και η ανθρωπιά. Σπάνια (και εξιδανικευμένα φυσικά), αριστοκράτης εργοδότης φέρεται με τόση έγνοια και τόσο μεγαλόθυμα απέναντι στους υπηρέτες του, προτάσσοντας τις αξίες του ανθρωπισμού.

Αντίστοιχα, στη ζούγκλα της σύγχρονης παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, το Borgen αντιτάσσει στις πολιτικές ίντριγκες την καθαρότητα των ιδεών και την πολιτική εντιμότητα, τόσο της μετριοπαθούς κεντροαριστερής πρωθυπουργού (και κάποιων από τους συνεργάτες της), όσο και την επάρκεια και ακεραιότητα του τρόπου δουλειάς ορισμένων εκ των δημοσιογράφων πρωταγωνιστών. Δείχνοντας, όχι μόνο πώς πρέπει να λειτουργεί μια εξελιγμένη κοινωνία, αλλά και τις προτεραιότητες που πρέπει να έχει η σύγχρονη πολιτική σκέψη και πρακτική - τόσο μακριά δυστυχώς από το δικό μας, εγχώριο τοπίο.

Οι αξίες λοιπόν που προτάσσουν και οι δύο σειρές δείχνουν, με έναν τρόπο, πόσο αναγκαίο είναι να βρίσκονται αυτές συνεχώς στο πολιτικό και κοινωνικό προσκήνιο, μετριάζοντας ίσως την απογοήτευση που γεννά η εποχή μας και εξηγώντας τη μεγάλη τους επιτυχία.

Σε αυτή τη θριαμβευτική πορεία, μόνο το στοιχείο της διαμόρφωσης του σεναρίου από τις επαγγελματικές συμφωνίες των πρωταγωνιστών, όπως έγινε στο κλείσιμο του τρίτου κύκλου του Downton Abbey με τον “υποχρεωτικό” θάνατο του κληρονόμου Μάθιου, είναι αυτό που υστερεί. Η τηλεοπτική “τέχνη” έχει τους περιορισμούς της...













Οι φωτό είναι από τα www.salon.com και www.telegraph.uk.com, ενώ το εξώφυλλο είναι από το www.amazon.com

Το post συνοδεύεται από την αριστουργηματική ακουστική εκτέλεση του "Come To My Door", από τον Αμερικανό Jose James.

buzz it!

12.3.13

Κοινωνία περιορισμένης κινητικότητας

Έπρεπε να το ζήσω, για να το κατανοήσω πλήρως. Όχι οτι δεν ήξερα, αλλά αλλιώς το συνειδητοποιείς, όταν δοκιμάζεις (και δοκιμάζεσαι) ο ίδιος. Έχουμε φτιάξει ένα δημόσιο χώρο, κατώτερο όλων των προσδοκιών, για μια χώρα που φιγουράρει στις 40 πλουσιότερες στον κόσμο.

Οι πόλεις μας είναι απολύτως εχθρικές για όποιον δεν είναι αρτιμελής και σε πολύ καλή φυσική κατάσταση. Τα πεζοδρόμια μας είναι φτιαγμένα κουτσά, στραβά, ανάποδα, επικίνδυνα (εύκολα έσπασα το πόδι μου, γλιστρώντας) κι όταν είναι καινούργια είναι εξαιρετικά χαμηλής τριβής, λείες παγίδες για τυφλούς και μη. Τα κτήρια μας είναι στριμωγμένα, οι είσοδοι και τα σκαλιά “τσουρούτικες”, πνιγμένες ανάμεσα στη φτήνεια της μίζας, τη μίζερη αισθητική και έναν δημοσιοϋπαλληλικό οικοδομικό κανονισμό, που μοιάζει με “κινούμενη άμμο”, ευμετάβλητο και ευάλωτο στις κάθε είδους πονηριές.

Τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και τα μηχανάκια δεν αφήνουν τον παραμικρό χώρο να περάσεις - κι αυτά που κινούνται κάνουν ελιγμούς θανάτου ανάμεσα στριμωγμένα δρομάκια και αμέριμνους πεζούς. Η έννοια της ασφάλειας, οδικής και μη, σε έργα και κατασκευές, είναι μια έννοια ξένη, εχθρική, περιττή, ενοχλητική. Την περιφρονούμε, γιατί “εμείς ξέρουμε καλύτερα”...

Αλλά και στους εσωτερικούς δημόσιους χώρους, σπάνια υπάρχουν προβλέψεις, ράμπες, δίοδοι. Ποιός σκέφτεται οτι τα μαγαζιά υγιειονομικού ενδιαφέροντος, που είναι υποχρεωμένα να έχουν τουαλέτα, σπάνια την έχουν στο ίδιο επίπεδο; Πώς θα απολαύσει το φαγητό του ένας πελάτης με καροτσάκι ή ακόμα και με πατερίτσες; Να ο αποκλεισμός: Αν είναι να ταλαιπωρηθείς με σκαλιά, το εμπόδιο των οποίων δεν μπορείς να ξεπεράσεις, καλύτερα να κάτσεις σπίτι σου.

Αλλά εδώ δεν το έχει σκεφτεί ούτε ένα ταμείο, αυτό των δημοσιογράφων, που θεωρείται (και είναι, όσο υπάρχει ακόμα) ένα από τα καλύτερα: Οι ακτινογραφίες, απαραίτητες για οποιοδήποτε σχεδόν ορθοπεδικό πρόβλημα, είναι σε άλλο κτήριο από τους γιατρούς. Και για να φτάσεις σε αυτούς τους τελευταίους, πρέπει να ανέβεις σκαλιά, ίσως με σπασμένο πόδι. Το ίδιο συμβαίνει και με μεγάλες, πλούσιες, διαγνωστικές αλυσίδες. Αν δεν το έχεις βιώσει, το κάθε σκαλί είναι τρόμος, ειδικά στο κατέβασμα.

Δεν παραπονιέμαι. Οι άνθρωποι είναι (ακόμα ευτυχώς) εξαιρετικά ευγενικοί, με όποιον έχει κινητικό πρόβλημα. Και ούτε μια στιγμή δεν σκέφτηκα οτι δικαιούμαι να γκρινιάξω, εγώ που έπαθα κάτι απλό και ιάσιμο - κι έχω δουλειά και καλή περίθαλψη, χωρίς οικονομική επιβάρυνση. Σκέφτομαι όμως τους ανθρώπους που έχουν σοβαρά προβλήματα, χρόνια και βασανιστικά.

Μετά από ένα λουμπάγκο, πριν από χρόνια, έχω μάθει να εκτιμώ ιδιαιτέρως τη δυνατότητα της ελεύθερης κίνησης, που τη θεωρούμε δεδομένη, ώσπου να την χάσουμε. Κι έχω μάθει να σέβομαι αυτούς που τη στερούνται, αλλά δεν είναι καθόλου υποχρεωμένοι να στερηθούν και τη ζωή, όπως και οποιαδήποτε άλλη μειονότητα, εκτός της “κανονικότητας”.

Η ελληνική μεταπολιτευτική κοινωνία ολιγώρησε δραματικά, σε τρεις τουλάχιστον τομείς: Πρώτον, αγνόησε παντελώς την ανάγκη να μη σαμποτάρεται η ανάπτυξη από τη διαφθορά, με μια αναλογία που ξεπερνούσε πολύ συχνά το διεθνώς αποδεκτό για τον δυτικό πολιτισμό. Επέτρεψε να πρυτανεύσει το στρεβλό, το κοντοπρόθεσμο, η λιγούρα του νεπολουτισμού, η επίδειξη και η υπερβολή στα χαλάσματα της εμφυλιακής φτώχειας, πάνω ακόμα και απο το στοιχειώδες χτίσιμο που πρέπει να κάνει κανείς για να αποκτήσει γερές βάσεις και δομές. Θεώρησε οτι η ευημερία έχει εδραιωθεί ανεπιστρεπτί - και ξέχασε οτι πρέπει να φροντίζεις να ξοδεύεις για το κοινό συμφέρον, όταν έχεις τη δυνατότητα, πριν έλθουν και πάλι δύσκολες εποχές.

Δεύτερον, “ξέχασε” να προτάξει το κοινό και το δημόσιο. Περιφρόνησε επιδεικτικά τον χώρο της κοινής συμβίωσης και άφησε στην ιδιωτική πρωτοβουλία το προνόμιο να καινοτομήσει και να εκσυγχρονίσει τον περιβάλλοντα χώρο, όταν φυσικά της το επέτρεψε χωρίς δολιοφθορά και όταν αυτή το επιθύμησε χωρίς λαιμαργία. Μιλώντας (και ακούγοντας) τη γλώσσα του λαϊκισμού, περιορίστηκε σε κουβέντες που χάιδευαν αυτιά για ένα “κράτος-πατερούλη”, που αντιστάθμιζε την ανικανότητα και την ταλαιπωρία, με “φιλανθρωπικά” μέτρα.

Και τρίτον, αγνόησε την ίδια την αυτοεκπαίδευση της. Αφού δεν υπήρχαν και πολλοί αλλοεθνείς και μετανάστες (και όλες οι άλλες μειονότητες, όπως οι ψυχικά πάσχοντες, κρυβόντουσαν επιμελώς “κάτω από το χαλί”), θεώρησε περιττή την ανάγκη να αναγνωρίσει το διαφορετικό - και να φροντίσει γι αυτό, όπως όφειλε. Η έλλειψη σύγχρονου και ανοιχτόμυαλου συστήματος αξιών και η επιφανειακή προσέγγιση μιας σκυλοπόπ αισθητικής πέταξαν στο περιθώριο, ό,τι δεν συμμορφωνόταν με την ελληνορθόδοξη (ή έστω τη νεοπλουτική) νόρμα. Κι όταν ήρθαν τα δύσκολα, βρέθηκε έτοιμη να γίνει η πιο ρατσιστική, κοντόφθαλμη και μικρονοϊκή σε αντιλήψεις...












Tο κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice.

Ο πίνακας της Frida Kahlo είναι από το www.berfrois.com και το εξώφυλλο από το www. amazon.com

To post συνοδεύεται από το "Burn It Blue", από τον Βραζιλιάνο Caetano Veloso και την Μεξικάνα Lila Downs, στην τελετή απονομής των Όσκαρ.

buzz it!

8.3.13

Η υπερβολή των "επίορκων"...

H Σ. είναι ευσυνείδητη υπάλληλος και αγαπάει τη δουλειά της στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Πριν από λίγα χρόνια, σε μια ταραγμένη περίοδο της ζωής και μετά από διαζύγιο, έμπλεξε με κάτι χρέη. Οι δύο πιστωτές της, για διάφορους λόγους που έχουν σχέση με τις συμβουλές των δικηγόρων τους, επέλεξαν να μην πάρουν μέρος των χρημάτων πίσω, όπως τους προσφέρεται, με υπόσχεση για εξόφληση όλου του ποσού, αλλά να τη μηνύσουν για απάτη. Το αδίκημα είναι ποινικό κι όχι πια μια “αστική διαφορά”.

Εφευρέθηκε μάλιστα μια γελοία δικαιολογία, οτι τα λεφτά δόθηκαν με την υπόσχεση οτι θα τους εξασφαλίσει πρόσληψη στη δημόσια υπηρεσία όπου εργάζεται, αυτή μια απλή υπάλληλος, όταν όλοι γνωρίζουν οτι τέτοια υπόσχεση δεν την “αγοράζει” ούτε παιδί του δημοτικού. Για τη μία μήνυση η Σ. αθωώθηκε, η εκδίκαση της άλλης εκκρεμεί.

Κι εδώ αρχίζουν οι παρενέργειες: Με βάση το νέο νόμο για τους "επίορκους", κάθε υπάλληλος ελέγχεται πειθαρχικά, εάν έχει εκκρεμείς υποθέσεις με τη δικαιοσύνη, αν δηλαδή ο εισαγγελέας κρίνει οτι υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για ενοχή, κάτι που πολύ συχνά συμβαίνει (ιδιαίτερα τελευταία με το κλίμα που έχει δημιουργηθεί), για τον απλό λόγο οτι έτσι ο εισαγγελέας έχει “το κεφάλι του ήσυχο” οτι δεν θα κατηγορηθεί για αμέλεια, παράβαση καθήκοντος ή συμμετοχή σε “παραδικαστικό κύκλωμα”. Αν η Σ. ελεγχθεί πειθαρχικά, το πιθανότερο είναι να καταλήξει σε υποχρεωτική αργία, δηλαδή να πάει σπίτι της με ένα μέρος του μισθού της - και με σοβαρή πιθανότητα να καταστραφεί η καριέρα της.

Το χειρότερο είναι οτι οι άσπονδοι εχθροί της Σ. στην υπηρεσία (με βάση το πολιτικό “στρατόπεδο” ή τις προσωπικές μικρότητες και ανταγωνισμούς) εκμεταλλεύονται την κατάσταση, κρατώντας την σε μια ιδιότυπη ομηρεία. Της έχουν αφαιρέσει το έργο της, πουλώντας της προστασία (“εμείς δεν θέλουμε να σε παραπέμψουμε στο πειθαρχικό, να σε προστατεύσουμε θέλουμε ώσπου η υπόθεση να ξεκαθαρίσει”), ενώ στην ουσία εκμεταλλεύονται τις νέες διατάξεις, αλλά και τους ρυθμούς απόδοσης της δικαιοσύνης, διώκοντας την πολιτικά και προσωπικά.

Σε αυτή τη χώρα, περνάμε από την υπερβολή του ενός άκρου, στην απέναντι, εν μια νυκτί, ακριβώς επειδή αδιαφορούσαμε επιδεικτικά για τα στοιχειώδη και αποδεχόμασταν μια “συνδικαλιστική και συναδελφική ομερτά”, στο πλαίσιο της γενικής ελαστικότητας και της περιφρόνησης των κανόνων, αλλά και των στρεβλών πολιτικών αντιλήψεων. Επί δεκαετίες, υπήρχε το απαράδεκτο και εξοργιστικό φαινόμενο να διατηρούνται στη θέση τους άνθρωποι που είχαν αποδεδειγμένα διαπράξει σοβαρά αδικήματα διαφθοράς που είχαν άμεση σχέση με τη θέση τους ή ήταν κακοήθεις περιπτώσεις “λούφας και παραλλαγής”, γιατί τα πειθαρχικά συμβούλια τους έριχναν “στα μαλακά”.

Και τώρα, λόγω των πιέσεων που ασκεί η τρόικα για απολύσεις στο δημόσιο, αποκαλούμε δικαίους και αδίκους “επίορκους”, ακόμα κι αν καταστρατηγείται το τεκμήριο της αθωότητας - και χωρίς να εξετάζουμε εάν η υπόθεση είναι βάσιμη, σχετική με την υπηρεσία (δεν μιλάμε για κακουργήματα) ή αν έχει τελεσιδικήσει. Υπάρχουν υπάλληλοι που δέχονται, εκ της θέσης τους, σωρεία μηνύσεων, για διάφορους λόγους, από τη λακούβα στο δρόμο ως την καταγγελόμενη κατάχρηση εξουσίας. Σε μια δικομανή και κακοδιοικούμενη χώρα, με εξαιρετικά αργή την απονομή της δικαιοσύνης, η πολλές φορές άκριτη συνθηματολογία για την “άμεση απόλυση όλων των επίορκων” δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό περί δικαίου αίσθημα.

Γι αυτό και πολύ σωστά, ο Δήμαρχος Αθηναίων (και πρώην Συνήγορος του Πολίτη) Γιώργος Καμίνης, που όπως φαίνεται αντιμετωπίζει τρομερό πρόβλημα στις υπηρεσίες του, παρά την αδήριτη ανάγκη κάθαρσης και πάταξης της διαφθοράς, έθεσε το ζήτημα στις σωστές του διαστάσεις, στο χθεσινό δημοτικό συμβούλιο:

"H εγκύκλιος του αρμόδιου υπουργείου, διευρύνει τον κύκλο των ανθρώπων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως επίορκοι, βάσει του νόμου με σοβαρές συνέπειες όχι μόνο για την παραμονή τους στην δημόσια διοίκηση, αλλά και την στέρηση των συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων. Το μέτρο είναι πολύ σκληρό διότι περιλαμβάνει ακόμη και αδικήματα, τα οποία τελέστηκαν και εκτός υπηρεσίας. Και αναρωτιέμαι αν αυτή η επιλογή είναι μια λύση υπό την δαμόκλειο σπάθη του μνημονίου ή των μέτρων περιορισμού του αριθμού των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, που θα εφαρμοστεί επί δικαίων και αδίκων. Εάν η κεντρική διοίκηση καταλήξει σε μια τόσο ευρεία ερμηνεία της διάταξης, ώστε να περιλαμβάνει κάθε υπάλληλο που κάποια στιγμή ενεπλάκη με την ποινική δικαιοσύνη, είτε αφορά αδίκημα που τελέστηκε εκτός υπηρεσίας, είτε εξαγορασθείσα ποινή, τότε θα αναγκαστούμε να στερηθούμε τις υπηρεσίες αυτών των ανθρώπων και οι εναπομείναντες υπάλληλοι θα τρέμουν να βάλουν την υπογραφή τους σε οτιδήποτε. Αυτό θα οδηγήσει σε παράλυση τον δήμο της Αθήνας. Αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό, γιατί πλήττει την εύρυθμη λειτουργία του δήμου. Ο δήμος Αθηναίων έχει απαντήσει στο αρμόδιο υπουργείο και είχαμε επισημάνει έγκαιρα το ενδεχόμενο να πάμε σε μια τέτοια ευρεία ερμηνεία που θα οδηγήσει σε παράλυση των δημοσίων υπηρεσιών. Η εγκύκλιος που ερμηνεύει υπέρμετρα την έννοια του επίορκου δεν είναι υπεράνω του νόμου, δίνει κατευθύνσεις εφαρμογής του νόμου. Ο δήμος Αθηναίων θα επιμείνει στην εφαρμογή της νομιμότητας."

Το ζήτημα είναι επιτέλους να λειτουργήσουμε με μέτρο. Και να απαλλαγούμε γρήγορα από τους υπαλλήλους που ντροπιάζουν όλους μας, χωρίς να επιτρέψουμε να δημιουργηθεί οποιοδήποτε κλίμα εκμετάλλευσης, αδικίας, ρεβανσισμού ή ακόμα μεγαλύτερης ανευθυνότητας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που τόσο ανάγκη έχουμε να εξυγιανθεί.













Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice.

H φωτό είναι από το www.elllo.org και το εξώφυλλο από το www.poldoore. bandcamp.com

To post συνοδεύεται από το "In Your Head" του Βέλγου Poldoore.

buzz it!

4.3.13

H οργισμένη κοινωνία και τα στερεότυπα...

Όπως γράφτηκε από τις λίγες ψύχραιμες φωνές που υπάρχουν στο δημόσιο διάλογο, το τραγικό δυστύχημα με τους φοιτητές στη Λάρισα είναι ένα σύνθετο γεγονός που πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά, αλλά επ’ ουδενί δεν προσφέρεται για άναρθρες κραυγές φανατισμού και απλοϊκούς οπαδισμούς, όπως κάθε θάνατος άλλωστε. Είναι, όπως και ο κυνισμός, προσβολή στη μνήμη των παιδιών και καπηλεία. Σε όσους προσπάθησαν να υποβαθμίσουν κουτοπόνηρα μια τραγική απώλεια, για ίδια πολιτικά οφέλη, αξίζει η χλεύη. Αλλά το ίδιο ισχύει και για όσους προσπαθούν να επωφεληθούν από το ανάποδο.


Δεν υπάρχει αμφιβολία οτι η κρίση, η παρατεταμένη ύφεση και η εξαπλωμένη ανεργία έχουν “σφίξει τον κλοιό” για τους περισσότερους - και για (δεκάδες, εκατοντάδες;) χιλιάδες έχουν φέρει τα πράγματα σε ασφυκτικό σημείο, στην εξαθλίωση. Είναι επίσης σαφές οτι η ελληνική κοινωνία, λόγω χιλιάδων μεγαλύτερων ή μικρότερων πολιτικών πράξεων και παραλείψεων, υφίσταται μια βίαιη υποβάθμιση του τρόπου ζωής της, μετά από αρκετές δεκαετίες αυξανόμενης ευμάρειας, σε βαθμό υπερβολής, νεοπλουτισμού και φούσκας, που έσκασαν απότομα.

Σε αυτή την ξαφνική “πτώση” του ασανσέρ, θα δούμε αρκετά φυσικά ατυχήματα που προκαλεί η μετάβαση από το καλοριφέρ και το air-condition στη σόμπα και το τζάκι, καθώς η γνώση της προφύλαξης παραμένει μόνο στους παλαιότερους και τους κατοίκους της υπαίθρου. Πριν από λίγο καιρό είχε σημειωθεί άλλο ένα τραγικό δυστύχημα με παιδιά, σε κατοικία στην περιφέρεια, από υπερθέρμανση σε καμινάδα σόμπας. Και δυστυχώς, η οικονομική δυσπραγία θα φέρει στην επιφάνεια και όλες τις κατασκευαστικές “αστοχίες” (και κακοτεχνίες), λόγω απατεωνίας κατασκευαστών, έλλειψης προδιαγραφών και ελέγχων, αλλά και αμεριμνησίας την εποχή που το τζάκι ήταν ένα “διακοσμητικό πολυτελείας” - και βεβαίως η μόνωση “άχρηστη φροντίδα” κατά την κατασκευή.

Από τη μιά λοιπόν πρέπει να επικρίνουμε την απότομη αύξηση του φόρου του πετρελαίου θέρμανσης (αλλά όχι την εξίσωση του, για λόγους λαθρεμπορίου, με το πετρέλαιο κίνησης, που θα μπορούσε να συμβεί σε μια χαμηλότερη μέση τιμή και για τα δύο προϊόντα), καθώς η (επαρκώς ζεστή) στέγη και η τροφή είναι τα βασικότερα υλικά αγαθά, που πρέπει να προφυλαχθούν. Πέρα από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, που έχουν άμεση αντανάκλαση στην υγεία των κατοίκων, ειδικά στο λεκανοπέδιο, είναι αδιανόητο σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα (με τις πολύ μέτριες εξάρσεις του ψύχους, λόγω γεωγραφικής θέσης) να μην υπάρχει επαρκής θέρμανση - και δεύτερο χειμώνα σαν κι αυτόν δεν πρέπει να ζήσουμε ξανά.

Από την άλλη όμως θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας και τα χαρακτηριστικά της απότομης αυτής προσαρμογής, την οποία καλείται να κάνει μια κοινωνία που αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες (και στην οποία ουδείς έχει υποσχεθεί αυξανόμενη ευμάρεια, ειδικά όταν επί δεκαετίες την χαρακτήριζαν η αμεριμνησία, η ατομικότητα και η πλήρης αδιαφορία για τη βελτίωση του δημόσιου και του κοινού). Αναρωτήθηκε ποτέ αυτή η κοινωνία πώς διαχειρίστηκε τα αγαθά της, την εποχή των παχιών αγελάδων; Πώς διαχειρίστηκε το πολιτικό της “κεφάλαιο” και πώς έφτασε να υπερχρεωθεί; Αναρωτήθηκε ποτέ για το πώς ζούσαν ή πέθαιναν χιλιάδες άλλοι άνθρωποι εντός ή εκτός της χώρας - ή μήπως δεν μετράει το οτι ήταν αλλοεθνείς; Ίδρωσε ποτέ κανενός το αυτί για τις απώλειες από εργατικά ατυχήματα, λόγω της διαχρονικής περιφρόνησης των μέτρων ασφαλείας; Επαναστάτησε ποτέ αυτή η κοινωνία για τα χιλιάδες θύματα κάθε χρόνο στην άσφαλτο, λόγω δεκαετιών σαθρού κράτους που δεν μπορεί να βελτιώσει την οδική ασφάλεια;

Αν εξαιρέσουμε αυτούς που πραγματικά αγωνίζονται να επιβιώσουν από την εξαθλίωση, τι σημαίνει η χαρακτηριστική αδιαφορία όσων καίνε σχεδόν τα (ακατάλληλα) πάντα, απροσχημάτιστα δηλώνοντας στις τηλεοπτικές κάμερες οτι η δημιουργία της αιθαλομίχλης “δεν τους αφορά”, (ενώ μας “σκοτώνει” όλους); Με ποιές προτεραιότητες κάνουμε τις περικοπές μας, όταν δεχόμαστε να ζήσουμε χωρίς θέρμανση, αλλά αρνούμαστε να αποχωριστούμε τη χρήση του ΙΧ και του (πανάκριβου πολλές φορές) κινητού μας;

Αυτά βεβαίως τα τελευταία μπορεί να μην αφορούν καθόλου τα άτυχα παιδιά της Λάρισας, καθώς πολλές οικογένειες προσπαθούν, με πενιχρά εισοδήματα, να σπουδάσουν τα παιδιά τους σε άλλη πόλη. Αφορούν όμως τον τρόπο με τον οποίο μια κοινωνία συζητάει και αντιμετωπίζει τα προβλήματα της, αναζητώντας πολλές φορές τον “εχθρό”, αλλά ουδόλως αναζητώντας την αυτοκριτική για το πώς η νοοτροπία του “να απλώνουμε τα πόδια μας πέρα από το πάπλωμα μας και δεν μας νοιάζει το παραδίπλα” άγγιξε τις πλατειές μάζες, χωρίς την ανάλογη προσπάθεια για στέρεη ανάπτυξη και χρηστή διοίκηση.

Το ίδιο ισχύει και για την χρήση των αυτοκτονιών ως “όπλου” στην πολιτική αντιπαράθεση: Οι πολιτικές λιτότητας είναι βέβαιο οτι πλήττουν κατά κύριο λόγο τους οικονομικά αδύναμους - και προφανώς και όσους, μέσα σε αυτή την κατηγορία, αποσταθεροποιούνται ψυχικά. Παρά την μονότονη επισήμανση των ειδικών όμως, οτι για να φτάσεις στο απονενοημένο δεν αρκεί η οικονομική καταστροφή, που δρα ως καταλύτης ή εκλυτική ενέργεια σε τέτοιες περιπτώσεις, πολύ συχνά επιχειρείται να φορτωθούν συλλήβδην και αθρόως όλες οι (προφανώς αυξημένες) αυτοκτονίες στην πολιτική της κυβέρνησης, της τρόικας, της Μέρκελ.

Οι επιπτώσεις όμως από την έκπτωση της πολιτικής και του διαλόγου είναι πολλαπλές. Γιατί πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε οτι έξοδος απο την κρίση, με συνθήκες εμφυλιοπολεμικής αντιπαράθεσης δεν γίνεται. Αυτό επιθυμούν άλλωστε οι φασίστες, αλλά και οι κάθε είδους λαϊκιστές, που τρίβουν τα χέρια τους, γιατί το μαγαζάκι τους “αυγατίζει”, λόγω της κρίσης και της κοινωνικής σύγκρουσης. Το “ή εμείς ή οι άλλοι” είναι διχαστικό σύνθημα, με τελευταίο προπαγανδιστή του τον καταστροφικό Τζωρτζ Μπους το νεότερο.

Και θα πρέπει επιτέλους να αποδεχθούμε ότι η ζωή, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες κρίσης, δεν είναι “άσπρο-μαυρο”, οι αντιλήψεις δεν χωρίζονται σε “μνημονιακές” και “αντιμνημονιακές”. Ότι υπάρχουν άνθρωποι που αποστρέφονται την τρικομματική κυβέρνηση, αλλά με βάση τις προεκλογικές εξαγγελίες, όλες οι άλλες πιθανότητες τους φαίνονταν χειρότερες. Οτι πολλοί επικρίνουν με σφοδρότητα τη διακυβέρνηση Σαμαρά και τις πολιτικές πρακτικές της, αλλά δεν επικροτούν καμία αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή το φλερτ με τη χρεοκοπία και την αποσταθεροποίηση της ευρωζώνης. Ότι μπορεί να είσαι εντελώς αντίθετος με την πολιτική της Μέρκελ, αλλά να μην ταυτίζεις την Ευρώπη με τις πολιτικές που έχουν επιβληθεί από τον συντηρητικό Βορρά τα τελευταία χρόνια.

Ότι ενδέχεται να μη συμφωνείς με τη διαχείριση της χώρας, αλλά να μην επικροτείς τις αέναες συγκρούσεις στο δρόμο, γιατί πιστεύεις οτι οι συγκρούσεις των ιδεών κερδίζονται στα μυαλά των ανθρώπων (οπότε ας μη δαιμονοποιούμε τόσο πολύ τον “καναπέ”, αν δεν πρόκειται για παθητική παρακολούθηση σκυλοπόπ αισθητικής προγραμμάτων). Οτι μπορεί να επιζητείς την κάθαρση και τη δικαιοσύνη, χωρίς βία και εξέγερση. Οτι όταν ζητάς ψυχραιμία, δεν είσαι ούτε απαθής, ούτε βολεμένος, ούτε “politically correct”, που σημαίνει κάτι το τελείως διαφορετικό. Κι οτι “παπαγαλάκι” δεν είσαι όταν διαμορφώνεις προσεκτικά και επιλεκτικά την άποψη σου, αλλά όταν γίνεσαι εύκολα φερέφωνο μιας απλουστευτικής και στρατευμένης πολεμικής, ένθεν κακείθεν.

Κι επειδή όλα στρέφονται τελικά στον κοινό παρονομαστή που λέγεται πολιτικό, οικονομικό και μιντιακό σύστημα, που σίγουρα θέλει “σάρωμα”, αφού σκεφτούμε ποιός κρατάει τους χειρότερους εν δράσει, ας αναρωτηθούμε αν η πιο έντονη κριτική που πρέπει να δεχτεί είναι για αυτά που (αναγκάζεται ή όχι να) κάνει ή μάλλον γι αυτά που αρνείται πεισματικά να κάνει: Τις μεταρρυθμίσεις (που δεν έγιναν ποτέ), τον εκσυγχρονισμό της χώρας, τη σοβαρή δουλειά εναντίον της διαφθοράς και του πελατειακού κράτους, την κάθαρση με γοργούς ρυθμούς, τον καταμερισμό των βαρών στις κοινωνικές ομάδες με δικαιοσύνη και όχι με βάση συνδικαλιστικά και άλλα στερεότυπα. Αυτά που διαπερνούν εξίσου (αν όχι περισσότερο) την αντιπολίτευση όσο και τη συμπολίτευση.

Η Ελλάδα (ή μάλλον ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας της) έχει προ πολλού κάνει το λάθος που έκανε τώρα και η Ιταλία: Αντιτάσσει τις περισσότερες φορές στο σαθρό κατεστημένο, έναν ακόμα λιγότερο σοβαρό “καινούργιο” (αλλά τόσο παλαιό) οργισμένο λόγο...












Το κείμενο γράφτηκε για την Athens Voice.

Η φωτό είναι από το www.bmvgallery.com και το εξώφυλλο από το www.amazon.com

Το post συνοδεύεται από το "Ι'm A Good Woman" των Αμερικανών Cold Blood.

buzz it!

ShareThis