Τον τελευταίο καιρό, με αφορμή την απεργία δημοσιογράφων και υπόλοιπου προσωπικού (αποφάσεις δύο διαφορετικών οργάνων) στην ΕΡΤ, έχει αναζωπυρωθεί η διαμάχη για τον ρόλο της και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συνεχίσει την πορεία της. Κατά την ταπεινή μου άποψη, καμία από τις εκατέρωθεν πλευρές δεν έχει δίκιο σε αυτή τη διαμάχη, έτσι τουλάχιστον όπως εκφράζονται στις πιο αιχμηρές τους εκδοχές.
Επί προηγούμενης κυβέρνησης, οι
εξαγγελίες Μόσιαλου για εξυγίανση και συγχώνευση υπηρεσιών της ΕΡΤ, όπως και για κλείσιμο της ΕΤ-1, της “Ραδιοτηλεόρασης” και περιφερειακών ραδιοφωνικών σταθμών, ξεσήκωσε τις αντιδράσεις της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Προσωπικού Επιχειρήσεων Ραδιοφωνίας & Τηλεόρασης (παραγωγοί ραδιοφώνου, τεχνικοί και διοικητικοί υπάλληλοι), που άρχισε τις κινητοποιήσεις (τα σχέδια αυτά μοιάζει να εγκαταλείφθηκαν, αφού άλλαξε ο αρμόδιος υπουργός και από τον καινούργιο δεν έχουν εκφραστεί - μέχρι τώρα τουλάχιστον - τέτοιες προθέσεις).
Ταυτοχρόνως, οι εξαγγελίες για εφεδρεία (δεν εφαρμόστηκε τελικά), για υπαγωγή όλων των εργαζομένων στο ενιαίο μισθολόγιο και για απομάκρυνση (περίπου) του 50% των συμβασιούχων ορισμένου χρόνου, που είχαν έρθει πέρσι με διαγωνισμό (επιλογής από τη διοίκηση), με την προοπτική 1+1 χρόνου (εφόσον αποφασιζόταν η ανανέωση της σύμβασης τους), έβαλε δυναμικά στο παιχνίδι των κινητοποιήσεων και εμάς τους δημοσιογράφους. Να σημειωθεί οτι πολλοί από τους συμβασιούχους εργάζονται χρόνια στην ΕΡΤ, αλλά για διάφορους λόγους δεν είχαν μπορέσει να επωφεληθούν από το προεδρικό διάταγμα, που έδινε τη δυνατότητα μετροπής των συμβάσεων τους, σε αορίστου χρόνου.
Ο δημοσιογράφος Πάσχος Μανδραβέλης, με
άρθρο του στην Καθημερινή, αντιδρώντας στις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις, ισχυρίστηκε οτι “οι απεργίες, τις οποίες κανείς δεν πήρε χαμπάρι, δείχνουν οτι η ΕΡΤ δεν θα λείψει από κανέναν”. Λάθος, κατά την ταπεινή μου άποψη. Ο ισχυρισμός του, όχι μόνο δεν πιάνει το σφυγμό της κοινωνίας (παρά μόνο ενός κομματιού που πράγματι αδιαφορεί ή διάκειται εχθρικά προς την ΕΡΤ), αλλά καταρρίπτεται από τις επιδόσεις της ΕΡΤ το δεκαήμερο της μετάβασης στη νέα κυβέρνηση, κατά το οποίο οι μαραθώνιες μεταδόσεις συγκέντρωσαν το υψηλότατο ενδιαφέρον του κοινού. Σημειωτέον επίσης οτι, παρά τους κλυδωνισμούς και τα λάθη των πολλών τελευταίων ετών, το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΝΕΤ, σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας, αγγίζει κάποιες φορές τον αριθμό των 400 χιλιάδων τηλεθεατών (έναντι 700 χιλιάδων στο μέγιστο για ένα δελτίο των 8), ενώ και άλλες ενημερωτικές εκπομπές και δελτία ειδήσεων έχουν πολύ συχνά διψήφια νούμερα τηλεθέασης. Δεν το λες και “δεν πήραμε χαμπάρι οτι κάνετε απεργία” αυτό.
Επιπλέον, οι αντιδράσεις του κοινού, στο βαθμό που ο καθένας από μας είναι ευαίσθητος δέκτης της κοινής γνώμης, ήταν - αρχικά - από μεγάλη μερίδα το “παράπονο για την έλλειψη” και η ανοχή, αν όχι η συναίνεση, στις απεργίες. Βεβαίως, οι ισχυρισμοί αυτοί του Μανδραβέλη (και άλλοι ενδεχομένως, για τους οποίους έχει δίκιο) και η συνέχεια τους σε ένα ακόμα
άρθρο προκάλεσαν την έναρξη μιας σειράς “αντεγκλήσεων”
με τους συνδικαλιστές της ΠΟΣΠΕΡΤ, αλλά και των δημοσιογράφων. Ας μου επιτραπεί όμως να εστιάσω στα δικά μας λάθη (και όποτε χρησιμοποιώ τον πρώτο πληθυντικό, τους δημοσιογράφους θα εννοώ).
Προσωπικά, αρχικά υποστήριξα τις κινητοποιήσεις, παρά το γεγονός οτι γενικώς αντιτίθεμαι στον τρόπο με τον οποίο έχουμε μάθει να ασκούμε το συνδικαλιστικό μας δικαίωμα, σε αυτή τη χώρα. Και τις υποστήριξα, κυρίως για το ζήτημα της πιθανής ένταξης μας στο ενιαίο μισθολόγιο, παίρνοντας μέρος σε συνέντευξη τύπου και μιλώντας για
“σοβιετοποίηση” της ΕΡΤ. Κι αυτό γιατί πράγματι πιστεύω, οτι παρά τη δυσμενή συγκυρία και την υπαρκτή ανάγκη σοβαρού περιορισμού του κόστους του δημόσιου τομέα, η μετατροπή των δημοσιογράφων σε “κρατικούς υπαλλήλους”, με βαθμολόγιο τύπου “τμηματάρχης β’”, δεν εξυπηρετεί τίποτα και δεν υπάρχει πουθενά στον πολιτισμένο κόσμο - παρά μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο δημοσιογράφος δεν έχει γενικώς ωράριο (πόσο μάλλον δημόσιας υπηρεσίας 8πμ-2μμ), καλείται να μεταφέρει πληροφορίες από τα χαράματα ως τα άλλα χαράματα - και σε πολέμους, καταστροφές και άλλα έκτακτα γεγονότα, τρέχει να καλύψει, πιθανώς με πολύωρες μαραθώνιες μεταδόσεις και σε αντίξοες συνθήκες. Μαζί του βεβαίως, και σχεδόν όλες οι ειδικότητες τεχνικών και κάποιες διοικητικών υπαλλήλων.
Ταυτοχρόνως, η πολιτεία οφείλει να διατηρεί τον ελάχιστο βαθμό ανεξαρτησίας του, με συλλογικές συμβάσεις και αξιοπρεπείς αμοιβές, που έχουν κάποια σχετική αντιστοιχία με τις (φυσικά πεσμένες λόγω κρίσης) αμοιβές της αγοράς. Το να παίρνει ο έμπειρος και πετυχημένος συντάκτης ή παρουσιαστής της ΕΡΤ το ένα τέταρτο ή το ένα δέκατο του ομολόγου του στον ιδιωτικό τομέα, είναι απλώς ισοπέδωση αναξιοκρατίας. Για όλα αυτά, οι κινητοποιήσεις μας μέχρι (περίπου) την Πρωτοχρονιά (που εξαιρεθήκαμε από το ενιαίο μισθολόγιο), ήταν κατά την άποψη μου σκληρές, αλλά δικαιολογημένες - και με την προσφορά, τις επαφές και τις διαπραγματεύσεις πολλών συναδέλφων, πετυχημένες. Ήδη όμως είχαμε μήνες κινητοποιήσεων - και είχαμε κάνει πολλά λάθη.
Το πρώτο λάθος που κάναμε, ήταν να φτιάξουμε ένα αμετακίνητο και αδιαπραγμάτευτο “πακέτο αιτημάτων”, με διαφορετικό βάρος το καθένα, αδυνατώντας να ξεχωρίσουμε το μείζον από το έλασσον - πού θα υποχωρήσουμε, πού θα ελιχθούμε και πού όχι. Το να προτείνεται ή να υιοθετείται η “αγωνιστική” αντίληψη “όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά” (καμία εφεδρεία, καμία απομάκρυνση συμβασιούχου, κανένα κλείσιμο μέσου στα πλαίσια ενός εξορθολογισμού, καμία αξιολόγηση), είναι χαρακτηριστικό της αμετροέπειας ενός συνδικαλιστικού αυτισμού, που αγνοεί τι συμβαίνει στην κοινωνία, το πώς πλήττονται πολύ χειρότερα κάποιοι άλλοι που δεν μπορούν να αντιδράσουν και πώς η εικόνα του (σχετικά προστατευμένου) εργαζόμενου σε ένα μέσο που δεν θα χρεοκοπήσει εύκολα είναι αντιπαθής στον πολίτη, που μας πληρώνει.
Αντί να ζητάμε οι ίδιοι αξιολόγηση και εξορθολογισμό, φοβηθήκαμε τις (συνήθεις είναι η αλήθεια) παρεμβάσεις συμφερόντων και τις αδέξιες (δήθεν) προσπάθειες της πολιτικής εξουσίας για αξιοκρατία και σχεδιασμό. Συμπορευθήκαμε λοιπόν με τους υπόλοιπους εργαζομένους, σε μια λογική άρνησης των πάντων, που είναι το “μάντρα” συγκεκριμένων πολιτικών χώρων και σχεδόν όλου του συνδικαλισμού, αλλά δεν αρμόζει σε σκεπτόμενους επαγγελματίες, που θα έπρεπε (περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον) να αντιλαμβάνονται τη δύσκολη εποχή που διανύουμε. Και παρεμπιπτόντως, για τη διατήρηση θέσεων εργασίας, κανένα επαγγελματικό μέσο στον κόσμο, δεν μπορεί να μη λαμβάνει υπ’ όψιν του την επιτυχία και την επάρκεια των εκπομπών του, αλλά τα κοινωνικά κριτήρια, όπως η “μονοθεσία” - η αξιοκρατία πρέπει να είναι το μόνο κριτήριο για κάθε θέση. Ούτε ο δημόσιος τομέας μπορεί να διατηρείται διογκωμένος, για να αντιμετωπιστεί η ανεργία.
Το δεύτερο λάθος (πάλι λόγω συγκεκριμένης ιδεολογικής τοποθέτησης και νοοτροπίας) ήταν να επιχειρηθεί η σύνδεση της δικής μας κινητοποίησης, με ότι συνέβαινε παραλλήλως στη χώρα. Την ώρα δηλαδή που επιχειρούσαμε ακριβώς να εξαιρεθούμε από το ενιαίο μισθολόγιο και να πείσουμε την κοινή γνώμη, οτι είμαστε μια διαφορετική περίπτωση από άλλους εργαζομένους, όλο και πιο πολύ κάποιοι επιχειρούσαν να βάλουν την κινητοποίηση μας “στην ίδια ομπρέλα” με άλλους εργαζομένους (στη Χαλυβουργική, στη ΔΕΗ κλπ.), “γιατί είμαστε όλοι το ίδιο”, όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε. Contradiction in terms.
Εδώ να σημειωθεί οτι ο καταναλωτής που πληρώνει, δεν γνωρίζει οτι από τα περίπου 300 εκατομύρια που συγκεντρώνονται κάθε χρόνο για την ΕΡΤ, ένα μέρος καταλήγει στα ταμεία του κράτους και όχι στην ΕΡΤ - και από φέτος η έννοια της ανταποδοτικότητας του τέλους, παραβιάζεται ακόμα περισσότερο, λόγω κρίσης. Η εταιρεία, από το 2009 δεν είναι πια ζημιογόνα και το ταμείο έχει θετικό πρόσημο, λόγω καλύτερης διαχείρισης, αλλά και των αλλεπάλληλων μειώσεων των αμοιβών των εργαζομένων.
To τρίτο (και τεράστιο σε επίπεδο εντυπώσεων) λάθος, είναι οτι στο κλίμα διαζυγίου με τη λογική και τη στοιχειώδη ευφυία που επιτράπηκε να επικρατήσει, ακόμα και μετριοπαθείς εκπρόσωποι μας πείστηκαν να παραπέμψουν τον Μανδραβέλη στο πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ (!!!), απλώς και μόνο για το παραπάνω άρθρο και γιατί διατύπωσε την όποια άποψη του - όποιος κι αν είναι, ότι κι αν πρεσβεύει και όποιο συμφέρον να ισχυρίζονται κάποιοι οτι εκπροσωπεί. Αντί να απαντήσουμε με επιχειρήματα, προτιμήσαμε τη σπασμωδική αντίδραση, που καταλύει κάθε έννοια ελεύθερης έκφρασης (η απάντηση Μανδραβέλη
εδώ). Μια καταγγελία που θα έπρεπε να αποσύρουμε αμέσως - έστω και τώρα, αν υπάρχει ζήτημα να μιλάμε για πράξεις "που διέσυραν τον απεργιακό αγώνα".
Το τέταρτο (και επιστέγασμα) αποκαλύφθηκε με την
καταγγελία οτι η απεργία δεν έχει οικονομικό αντίκτυπο στο πορτοφόλι πολλών εργαζομένων της ΕΡΤ. Έτσι, φανήκαμε από “τζάμπα μάγκες” έως κάτι χειρότερο, στα μάτια κάποιων. Δεν είμαι βέβαιος οτι τα ποσοστά που δόθηκαν στη δημοσιότητα είναι σωστά υπολογισμένα. Σίγουρα δεν συνυπολογίζεται οτι η διοίκηση ήταν υποχρεωμένη να δώσει τις άδειες στους συμβασιούχους που θα αποχωρούσαν, τις ίδιες ημέρες που όλοι απεργούσαμε, όπως περιγράφει εύστοχα και ο συμβασιούχος του Τρίτου Προγράμματος δημοσιογράφος Χρήστος Μιχαηλίδης,
εδώ. Επίσης, η εντύπωση του κοινού οτι βρισκόμαστε διαρκώς σε απεργία (και άρα “πώς αντέχουμε”) δεν ευσταθεί, καθώς άλλες φορές απεργεί η ΠΟΣΠΕΡΤ, άλλες οι δημοσιογράφοι - και πολλές ημέρες είναι ημέρες με στάσεις εργασίας, οι οποίες πληρώνονται κανονικά, με βάση τη νομοθεσία (κάποιες επεξηγήσεις
εδώ).
Ωστόσο, παραμένει τεράστιο ζήτημα το γεγονός οτι η μεγάλη μερίδα εργαζομένων (συμπεριλαμβανομένων και ένθερμων υποστηρικτών του “αγώνα”) καταφέρνει να γλιτώνει την απώλεια του ημερομισθίου. Ακόμα κι αν δεν είναι νομικά παράτυπο, το ζήτημα είναι ηθικό. Κι αν αυτό το κάνουν όσοι δεν συμφωνούν με την απεργία, αλλά υφίστανται τις συνέπειες της, ας πούμε οτι υπάρχει μια (ηθική) δικαιολογία. Για τους διαπρήσιους κύρηκες των σκληρών απεργιών όμως; Γι αυτό όχι μόνο δεν είπαμε κουβέντα στον Έλληνα πολίτη, αλλά αντιμετωπίστηκε από κάποιους, ως “προπαγάνδα” συγκεκριμένης εφημερίδας - και επιτρέψαμε, με τη συμπεριφορά μας (όλοι οι εργαζόμενοι αυτή τη φορά) να εγερθεί από τον αρμόδιο υπουργό,
ζήτημα επιστροφής του ανταποδοτικού τέλους. Όταν το θέμα όμως είχε τεθεί από συνάδελφο σε συνέλευση των δημοσιογράφων, ο προβληματισμός του αντιμετωπίστηκε απαξιωτικά.
Φτάσαμε λοιπόν να πετύχουμε κάποια πολύ σημαντικά πράγματα, στην περίοδο των γιορτών. Τελικά, εξασφαλίστηκε οτι κανένας εργαζόμενος δεν θα ενταχθεί στο ενιαίο μισθολόγιο (χωρίς να ξέρουμε τις αμοιβές μας) και αποσπάσθηκαν δεσμεύσεις για την επιστροφή των μισών συμβασιούχων και για άλλες συμβάσεις. Αντί να χαλαρώσουμε τη μέγγενη, να κάνουμε πίσω (ώστε να μπορούμε να απειλήσουμε ξανά με κινητοποιήσεις, τις οποίες μπορούμε να αντέξουμε) και να απαντήσουμε με διαλλακτικότητα στις υποχωρήσεις της κυβέρνησης, επιμείναμε στις σκληρές κινητοποιήσεις, αρνούμενοι να δούμε οτι το κοινό, ακόμα και το θετικά προσκείμενο, είχε αρχίσει και δυσανασχετούσε. Και αντί να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους καταγγελίας για το μόνο ουσιαστικά εναπομείναν ζήτημα, αυτό το συμβασιούχων, με την ΕΡΤ ανοιχτή και έξυπνες παρεμβάσεις σαν κι εκείνο το stand-up της Μάχης Νικολάρα (“τώρα θα σας έλεγα τα αποτελέσματα των εξετάσεων, αλλά ξέρετε πήγε 2 η ώρα και τελειώνει το ωράριο μου, θα σας τα πω αύριο”), προτιμήσαμε, σε κλίμα αγωνιστικού φανατισμού, να συνεχίσουμε “τώρα που μπορούμε να πιέσουμε”. Με 60 ή 70 ψήφους, σε μια συνέλευση που υποτίθεται εκπροσωπεί εκατοντάδες εργαζομένους.
“Και γιατί δεν κατεβαίνατε περισσότεροι στη συνέλευση, να ανατρέψετε το αποτέλεσμα” ακούω και διαβάζω την ερώτηση. Γιατί οι συνελεύσεις (γνωστό και από τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα) διεξάγονται έτσι, ώστε να ευνοείται πάντα η σκληροπυρηνική άποψη: Η μετριοπάθεια πάει περίπατο από τη (πολωτική) ψυχολογία της μάζας, υιοθετούνται κραυγές και συνθήματα χωρίς ψυχραιμία, εκφωνούνται φανατικά λογίδρια (εξαιρώ εδώ και κατανοώ τους υπό απομάκρυνση συμβασιούχους, που έχουν εύλογη συναισθηματική φόρτιση, μπροστά στο φάσμα της ανεργίας - την οποία φόρτιση και ορισμένοι ενδεχομένως καπηλεύονται), καλλιεργείται ο συναισθηματικός εκβιασμός και η
μη ανοχή της αντίθετης άποψης (υπήρξε άνθρωπος που εξανέστη (!) επειδή πρότεινα ηπιότερες κινητοποιήσεις με στάσεις εργασίας), η διαδικασία μονίμως υπερβαίνει τον χρονικό της ορίζοντα και εξαντλεί τον “μη πορωμένο”, υπάρχουν δυστυχώς και ατέλειωτες τοποθετήσεις μπουρδολογίας από γραφικούς (όπως σε κάθε χώρο) ή από συμπλεγματικούς που βρίσκουν ευκαιρία να ξεδιπλωθεί το ψώνιο τους (ενισχυμένο στο χώρο του "θεάματος"), οι συνελεύσεις επαναλαμβάνονται τακτικά και απροειδοποίητα, ανάλογα με το αν ήταν συμφέρον το προηγούμενο αποτέλεσμα. Κι επιπλέον, σιωπηρά αλλά με σαφήνεια, κάποιοι προσπαθούν να αναδειχθούν, να επωφεληθούν επαγγελματικά ή να αποκτήσει η ζωή τους ένα νέο νόημα/περιεχόμενο, ευνοείται η άνθηση όσων θέλουν να παρασύρουν το πλήθος στις αγκυλώσεις τους και στο δικό τους μαξιμαλιστικό όραμα για μια “λαϊκή τζαμαχίρια της ΕΡΤ” (όπου όλα θα καθορίζονται από τη συνδικαλιστική συνδιοίκηση, αντί απλώς να ελέγχονται και να καταγγέλονται οι φαυλότητες), ενισχύεται η διάθεση η κρίση να αποτελέσει ευκαιρία για να εγκαθιδρυθεί μια νεφελώδης “νέα τάξη πραγμάτων” (αλήθεια πού ήταν τόσα χρόνια η συνδικαλιστική μας αντίδραση όταν γίνονταν αίσχη διαφθοράς και σπατάλης;), αποκαλύπτεται η υποδόρια άγρια χαρά για ισοπέδωση από όσους αισθάνονται “ριγμένοι” και παραπονεμένοι, αφού “επιτέλους κανείς δεν θα παίρνει περισσότερα - και είμαστε όλοι ίσα κι όμοια”. Μερικοί ξεχνούν οτι η επαγγελματική τους επάρκεια κρίνεται και από τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνουν την άποψη τους, το Λόγο τους (με λάμδα κεφαλαίο).
Αλήθεια, αν αυτές οι συνελεύσεις αντέχουν πραγματικά να είναι δημόσιες και μας τιμούν, θα τολμούσαμε ποτέ να τις μεταδώσουμε από την τηλεόραση; Η απώλεια της αυτοσυγκράτησης και του μέτρου ήταν το μάθημα, μετά τις γιορτές - "δεν έχουμε τίποτα στα χέρια μας", ήταν η μόνιμη επωδός, λες και οι απεργίες σταματούν μόνον όταν έχεις κατατροπώσει πλήρως τον αντίπαλο ή έχεις κατακτήσει 100% τον στόχο. Κατά την ταπεινή μου άποψη, αφού δεν βρήκαμε (δημοσιογράφοι εμείς) έναν τρόπο να κάνουμε το debate μας και την ψηφοφορία μας με κάποιον άλλον, ουσιαστικό (ηλεκτρονικό εν έτει 2012 ή τουλάχιστον με κάλπη) τρόπο, καμία τέτοια συνέλευση δεν μπορεί να μας αντιπροσωπεύει από εδώ και πέρα, μόνο και μόνο από την έλλειψη ψυχραιμίας και το ελάχιστο των συμμετεχόντων. Και αν πρέπει να υπάρξουν νέες διεκδικήσεις για τα χειρότερα που έρχονται (πράγμα που απεύχομαι), πρέπει να γίνουμε πολύ πιο ευέλικτοι και ευφάνταστοι - και πάντως με συνείδηση του ρόλου μας, κρατώντας ανοιχτή την ΕΡΤ. Τους επόμενους μήνες, η φούσκα των ΜΜΕ που σκάει με κρότο, θα κάνει ενδεχομένως το τηλεοπτικό τοπίο να αλλάξει άρδην, με ανακατατάξεις στην κορυφή των τηλεθεάσεων, συγχωνεύσεις καναλιών και εξελίξεις, στις οποίες η ΕΡΤ πρέπει να πρωταγωνιστεί. Όσο για το ραδιόφωνο, λόγω της εγγενούς “αδράνειας” του μέσου, είναι αυτό που πλήττεται αφόρητα πιο πολύ από το πολύμηνο κλείσιμο - όσοι το εγκαταλείπουν, δύσκολα επιστρέφουν. Κι είναι κυριολεκτικά κρίμα, ραδιόφωνα που είναι περιουσία του ελληνικού λαού (κι όχι δική μας θυμίζω, όπως όλη η ΕΡΤ) και επιτύγχαναν ακροαματικότητα της τάξης του 6%, όπως για παράδειγμα ο Kosmos 93,6, να απωλέσουν τους καρπούς μιας επένδυσης και μιας προσπάθειας χρόνων.
Το Σαββατοκύριακο που πέρασε, πριν ανακοινωθεί η λύση της απεργίας, έβαλα κι εγώ την υπογραφή μου σε ένα
κείμενο για τα ΜΜΕ και τη λάθος αντιμετώπιση από τα συνδικαλιστικά μας σωματεία, που επιμένουν να απαντούν με σκληρές απεργίες για τις επιχειρήσεις που καταρρέουν και κλείνουν. Επίσης, υπέγραψα δύο κείμενα, το ένα πιο
σκληρό και το άλλο πιο
ήπιο, για την ΕΡΤ. Αν και δεν συμφωνώ με κανένα ακριβώς (είναι άλλωστε αντιφατικά ως προς την αποτίμηση των απεργιών), υπέγραψα και τα δύο για το κοινό τους σημείο: Την ανάγκη να παραμείνει ανοιχτή η ΕΡΤ, μετά από τόσο μεγάλο διάστημα υπολειτουργίας. Η υποχρέωση μας, αλλά και η δύναμη μας, το πιστεύω, είναι το κοινό μας - και η δυνατότητα μας να παρεμβαίνουμε καταγράφοντας και σχολιάζοντας την επικαιρότητα, σε καιρό κρίσης μάλιστα.
Τα δύο κείμενα προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις, από συγχαρητήρια πολιτών και
ψύχραιμες απαντήσεις, μέχρι απειλές προς τους συντάκτες τους (ή ακόμα και προς όλους όσοι υπέγραψαν!) για παραπομπή στο πειθαρχικό (το ίδιο λάθος, πάλι),
ανώνυμα λιβελλογραφήματα (αναρωτιέμαι γιατί μιλάει όποιος δεν έχει το θάρρος της υπογραφής του) - ακόμα και επίσημη αναφορά σε
“οργή για τους προθυμογράφους", από συνδικαλιστικά μας σωματεία. Κατά την προσφιλή εκφοβιστική τακτική, ο έχων αντίθετη άποψη είναι "μίσθαρνο όργανο", "παίζει παιχνίδι", "είναι βολεμένος" κλπ. Η ελεύθερη έκφραση (χωρίς καμία άλλη “απεργοσπαστική” κίνηση όπως επιχειρήθηκε να βαφτιστεί) είναι λοιπόν έγκλημα καθοσιώσεως. Και η δημοκρατική κατάκτηση του δικαιώματος του συνδικαλισμού, στα καθ’ ημάς, αποδεικνύεται η μόνη διαδικασία που δεν επιδέχεται της “δημοκρατικότερης των κατακτήσεων”: Αυτής του αντιλόγου, της αντιπολίτευσης, της κριτικής.
Το σκέφτηκα κι εγώ, οτι μπορεί να μην ήταν σωστό το timing της υπογραφής στη διάρκεια μιας (έστω λάθος) απεργίας, που ευτυχώς λήγει - άλλωστε δεν ήξερα πότε και πού θα δημοσιευθούν. Ίσως αργήσαμε κιόλας πολύ. Αν ήταν λάθος πάντως, ήταν μακράν το μικρότερο από αυτά που έχουμε κάνει. Ας ψυχραιμήσουμε λοιπόν, ας αφήσουμε και αυτή την ατελέσφορη σύγκρουση κατά μέρος, ας ζητήσουμε όλοι μαζί συγνώμη από τον κόσμο που μας πληρώνει και μας παρακολουθεί - κι ας δούμε πώς θα επαναφέρουμε την ΕΡΤ σε κατάσταση δημιουργικής λειτουργίας. Αν θέλουμε να μην καταποντιστούμε όλοι μαζί της.
H φωτό είναι από το www.urbannews.biz και το εξώφυλλο από το www.amazon.com
To post συνοδεύεται από το "Fistful of Love" των Βρετανών Antony and the Johnsons, δυό μέρες μετά τη γιορτή του (!) και τα τρίτα γενέθλια αυτού του μπλογκ.