Ευτυχώς, η δημοσκοπική εκτόξευση της Χρυσής Αυγής δεν οφείλεται στην ενσυνείδητη έξαφνη λατρεία του ναζισμού, στη χώρα μας - εντάσσεται όμως στη γενικότερη ενίσχυση των άκρων και κυρίως της ρατσιστικής ακροδεξιάς, όταν οι κοινωνίες συμπιέζονται από την κρίση. Μας το έδειξε και η επιτυχία της Μαρί Λεπέν στη Γαλλία, που “κληρονομικώ δικαίω” συνεχίζει το μισαλλόδοξο και σωβινιστικό έργο του πατέρα της.
Εντάσσεται λοιπόν σε ένα γενικότερο κλίμα “απολιτικής” απαξίωσης της πολιτικής, που πάντα συνοδεύει τα φαινόμενα διαφθοράς, στη δημοκρατία. Και περιγράφει, με πιστότητα και κατ΄ αναλογίαν, τη συμπεριφορά του κακομαθημένου μικρού παιδιού, που του πήραν το παιχνίδι - και αποφασίζει να “τιμωρήσει” τους γύρω του. Μόνο που δεν θα τιμωρήσει παρά τον εαυτό του, καθώς δεν θα επιτύχει τίποτε άλλο παρά την όξυνση των προβλημάτων, της γκετοποίησης, της εγκληματικότητας, της βίας, της φτώχειας και της απομόνωσης.
Η καφενειακή, μικρονοϊκή και τριτοκοσμική αντίληψη της πολιτικής (το οτι είναι απελπισμένη δεν της αναιρεί αυτά τα χαρακτηριστικά) οδηγεί πολλούς από την αδιαφορία της αποχής, κατευθείαν στο φασισμό, δήθεν “για να ταρακουνήσουν το σύστημα”. Μόνο που δεν συνειδητοποιούν οτι η κατάληξη αυτής της πορείας, όπως έχει δείξει πολλές φορές η ιστορία, είναι κάπου μεταξύ του μαφιόζικου μπερλουσκονισμού και της πραγματικής δικτατορίας - όχι αυτής που φαντασιώνονται (δυστυχώς και άνθρωποι που θα νόμιζε κανείς οτι έχουν μια ισορροπία) οτι ζουν τώρα, “γιατί η χούντα (που έπεσε το 1974) δεν τέλειωσε το 1973”.
Ακροδεξιά όμως δεν είναι μόνο οι χρυσαυγίτες. Όλοι όσοι παίζουν επικίνδυνα με εθνικισμούς, ρατσισμούς (και το δικαίωμα του πολίτη στην ασφάλεια) και άλλους αποκλεισμούς (συνήθως της λογικής και της αισθητικής), είναι υπεύθυνοι για όσα θα έρθουν, μόνο και μόνο από την καταβαράθρωση του επιπέδου του (ήδη πολύ ταλαιπωρημένου) δημοσίου διαλόγου. Άλλα τρία κόμματα διαγκωνίζονται για το ποιός θα πλειοδοτήσει στην κοινοβουλευτική αντιπαράθεση, με την παραπάνω ατζέντα. Για παράδειγμα, τα δίδυμα Πάνος Καμμένος/Μάκης Βορίδης, Γιώργος Καρατζαφέρης/Φαήλος Κρανιδιώτης και Άδωνις Γεωργιάδης/Τέρενς Κουίκ είναι βέβαιον οτι θα προσφέρουν σπαρταριστούς διαλόγους υποβάθμισης. Δυστυχώς, με τη συμμετοχή και του μεγαλύτερου και κυβερνητικού κόμματος, της ΝΔ, που έχει διολισθήσει προς τη σκληρή, ακραία και λαϊκή δεξιά, αφήνοντας ακάλυπτο τον κεντροδεξιό χώρο, να εκφράζεται μόνο από μια μετριοπαθή, φιλελεύθερη εσωκομματική αντιπολίτευση.
Η τιμωρία κάθε τέτοιας έκφρασης από τον σκεπτόμενο πολίτη θα έχει αποτέλεσμα, μόνο αν όλοι προσπαθήσουμε να πείσουμε το στενό και ευρύτερο περιβάλλον μας, οτι η επιπόλαια πριμοδότηση, είτε άμεσα (με την ψήφο), είτε έμμεσα (με την αποχή και την ψήφο που δεν θα πάει θετικά σε προοδευτικούς κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους), κινδυνεύει να καταστήσει το ελληνικό πολιτικό τοπίο τόσο φωτεινό και φιλόξενο, όσο το έδαφος ενός αστεροειδούς.
Η δεύτερη προτεραιότητα είναι να τιμωρηθούν όσες άλλες δυνάμεις έστρωσαν το δρόμο για την άρνηση σε κάθε είδους κανόνα, τη “μπαχαλοποίηση” της πολιτικής, την καλλιέργεια του κλίματος των προπηλακισμών, την ανοχή στον τραμπουκισμό, την αυθαιρεσία της κάθε “αγανάκτησης” - βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς. Η επιπολαιότητα με την οποία εκτοξεύθηκαν (ακόμα και από τα χείλη πολιτικών αρχηγών) οι εκφράσεις για “προδότες”, “κρεμάλες”, “κατοχή”, “χούντα”, “κυβερνήσεις Τσολάκογλου” κλπ. είναι ενδεικτικές, όχι μόνο της αμετροέπειας που χαρακτηρίζει μια αγκυλωμένη ευρύτερη αριστερά (συμπεριλαμβανομένου και τεράστιου κομματιού του ΠΑΣΟΚ - άλλωστε, κατά την απολύτως ακριβή γαλλική πολιτική γεωγραφία, αριστερά είναι ότι υπάρχει αριστερά του κέντρου), αλλά και της αυτοκαταστροφικής και συμπλεγματικής απουσίας κάθε σκέψης και ανάλυσης, που θα διαχωρίζει απολύτως τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος.
Και είναι πραγματικά απορίας άξιον, πόσο κοντόφθαλμη ήταν η πολιτική πρακτική, που έστρωσε το δρόμο στους ακροδεξιούς, όταν η παραδοσιακή (και άκρα) αριστερά έχει δείξει μια απολύτως συνεπή και επίμονη αντιφασιστική στάση. Και μόνο η συνύπαρξη με “αγανακτισμένους ελληναράδες” στην πλατεία Συντάγματος, θα έπρεπε να είχε αποτρέψει (και να πονηρέψει) όσους, με περισσή ελαφρότητα, υποστηρίζουν οτι οι συντάξεις είναι εξασφαλισμένες μόνον εκτός μνημονίου...
Οι εύλογες αντιρρήσεις για το μνημόνιο, σε συνδυασμό με τις μικροπολιτικές επιδιώξεις, επέτρεψαν την σύμπηξη ενός “μετώπου”, που μόνο ζημιά έκανε στην Ελλάδα. Και τελικά εξέτρεψαν τον διάλογο, σε ένα πλαστό δίλημμα “μνημονιακός-αντιμνημονιακός”, όταν το βασικό δίπολο στην ελληνική πολιτική σκηνή είναι η διαστρωματωμένη αντιπαράθεση μεταξύ των ελάχιστων (πραγματικά) εκσυγχρονιστικών δυνάμεων και των οπαδών ενός νοσηρού τέλματος.
Τρίτη προτεραιότητα, είναι η τιμωρία κάθε είδους λαϊκισμού, πέρα από τους παραπάνω. Εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν, καθώς κανείς πρέπει να ψάξει προσεκτικά στους σχηματισμούς που απομένουν, ώστε να βρει τα πρόσωπα εκείνα που μπορούν να εκφράσουν το διαφορετικό, το συνεπές, το μεταρρυθμιστικό - αυτούς που ενδεχομένως να παρασύρουν τον χώρο τους, προς μια δημιουργικότερη κατεύθυνση. Δυστυχώς, το πολιτικό προσωπικό είναι πολύ φτωχό - και θα παραμείνει έτσι (ή θα χειροτερεύει), όσο δεν μπαίνουν μαζικά αξιόλογοι άνθρωποι. Δύσκολο, ειδικά αυτή την περίοδο απαξίωσης της πολιτικής.
Από τους μετριοπαθείς υποψηφίους στο φιλελεύθερο χώρο, ως τους “φιλελεύθερους” της ανανεωτικής αριστεράς, ο δρόμος είναι στενός - και περιλαμβάνει πολύ λίγους έμπρακτους οπαδούς των (θανατηφόρα απαραίτητων για τη χώρα) ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Τουλάχιστον, ας τους στηρίξουμε, κατά την ιδελογική του προτίμηση ο καθένας.
Το σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη είναι από το www.kathimerini.gr και το εξώφυλλο από το www.amazon.com
To post συνοδεύεται από το "3 Cool Cats", στη διασκευή, του Αμερικανού Ry Cooder.