Αυτό ίσως θα έλεγε κανείς (συνδυαστικά), αν επρόκειτο να ακούσει έναν ογδοντάρη κι έναν ογδονταεξάρη, με καθόλου ευκαταφρόνητο εισιτήριο. Είναι ακόμα ζωντανοί, στη σκηνή, σαν ροκ συγκρότημα; Ή τους βλέπουμε καταχρηστικά, γιατί ήταν κάποτε "ιερά τέρατα";
Ένας μικρός δισταγμός στο φύσημα του Sonny Rollins, ένα μικρό τρέκλισμα στο podium για τον George Pretre - και σκέφτεσαι οτι η υπεραξία του ονόματος καλύπτει τα πάντα. Οτι παρασύρεσαι από την αίγλη. Ο Νεοϋορκέζος σαξοφωνίστας που έπαιξε με όλα τα μεγάλα ονόματα της μεταπολεμικής bebop άνθησης και ο αγαπημένος μαέστρος της Μαρίας Κάλλας δεν αξίζουν να τους δεις, μόνο και μόνο για την ιστορία τους;
(Αλήθεια, γιατί οι μεγάλοι καλλιτέχνες της των δεκαετιών του ’40, του ’50 και του ’60 παραμένουν αξεπέραστοι; Σε ποιά μαρμίτα είχε πέσει αυτή η γενιά του ’30; Ή μήπως για όλα φταίει ο πόλεμος - και η δίψα για ζωή και δημιουργία που προκάλεσε;)
Και για κάτι παραπάνω όμως. Γιατί η επιμονή αυτών των λαμπερών ανθρώπων να εμφανίζονται στη σκηνή, ακόμα κι όταν θα μπορούσαν ίσως να έχουν αποσυρθεί εν τιμή, είναι αυτό που δικαιολογεί όχι μόνον όλους τους late bloomers, αλλά και όσους πιστεύουν στη ζωή, στη “μη παραίτηση”, στη δύναμη της διαρκούς ελπίδας και αισιοδοξίας για το αύριο.
Η τέχνη, υπό προϋποθέσεις φυσικής κατάστασης, έχει αυτό το προνόμιο - όπως κι η πολιτική. Μπορεί να σε πάει μέχρι τα 80, αν ξεχωρίζεις πραγματικά. Κι άλλα επαγγέλματα μπορούν να σε κάνουν να περιφρονήσεις τη σύνταξη. Αλλά η τέχνη μπορεί να κάνει ένα θέατρο να σείεται από τα χειροκροτήματα.
Αν ο Pretre επέλεξε να μας περιποιηθεί με τον αγαπημένο του Poulenc στο εξαιρετικά ευαίσθητο “Les Animaux Modeles”, ο Rollins μας “φιλοδώρησε”, στη δίωρη και πλέον συναυλία του στο Παλάς, με δύο αγαπημένα jazz standards, το “In A Sentimental Mood” και το “My One And Only Love”. Κι αν ο Γάλλος μαέστρος μετά το κύριο πιάτο του καλοπαιγμένου Brahms θεώρησε πρέπον να μπιζάρει με μια (ομολογουμένως πολύ καλά εκτελεσμένη από τους Αυστριακούς) αργή εκδοχή του “Γαλάζιου Δούναβη”, ο Αμερικανός φίλος δεν μας δυσκόλεψε (επίσης) καθόλου: Έπαιξε σχεδόν αποκλειστικά με τους ήχους της Καραϊβικής, με χαρακτηριστικά κομμάτια του ήχου του των τελευταίων ετών, (όπως το "Nice Lady"), με τη βοήθεια και ενός εξαιρετικού ρυθμικού διδύμου, στα ντραμς και στις κόνγκας (μορφή ο λατίνος Sammy Figueroa).
Η υπερβολή (και η άκομψη εμφάνιση) των αδελφών Labeque είναι από τα μείον. Όπως και το φινάλε μιας παράστασης σοβαρής μουσικής, με τους θεατές να χτυπάνε ρυθμικά παλαμάκια, στο “χαρούμενο σκοπό”. Αντιθέτως, το blues (σχεδόν boogie) μπιζάρισμα του Rollins ήταν ταιριαστά χορταστικό.
Δεν άντλησα ούτε τη συγκίνηση ενός ρεσιτάλ της 111 από τον Pogorelic, ούτε αυτή που μας έδωσε ο (συνομήλικος και φίλος του Rollins) Ornette Coleman, πέρσυ το καλοκαίρι, στον ίδιο χώρο. Ίσως ήταν η στιγμή, η εποχή, το έργο ή χιλιάδες άλλες παράμετροι. Ωστόσο, για μια ακόμα φορά, στάθηκα σιωπηλός απέναντι στο απίστευτο χάρισμα να προσφέρεις στο υψηλότερο δυνατόν επίπεδο, αυτό το μεταφυσικό δώρο που λέγεται τέχνη. Και μέσω αυτής, την επιμονή και το θαύμα της ανθρώπινης ψυχής...
Υ.Γ. Προχθές συζητούσαμε με τη Γιώτα Κοτσέτα, παρακολουθώντας την εξαιρετική Dianne Reeves, πόσο υπέροχα νοιώθουμε στον Kosmos 93.6, που είμαστε ένα πολύ μικρό “γρανάζι” στην προβολή αυτών των ανθρώπων - που δουλειά μας είναι να τους “παρουσιάζουμε”. Η δικαίωση είναι όταν πέντε γυναικείες φωνές μου τηλεφώνησαν την Παρασκευή, για να μάθουν “τι είναι αυτό το κομμάτι”, του Sonny Rollins. Ιδού λοιπόν...
* (Pretre=ιερέας, παπάς)
Οι φωτό είναι από το www.torrentsland.com και το http://operachic.typepad.com, ενώ το εξώφυλλο από το www.amazon.com
To post συνοδεύεται από το "Poor Butterfly" του Sonny Rollins, από έναν από τους πιο ιστορικούς δίσκους της jazz, με ένα από τα πιο ιστορικά εξώφυλλα της Blue Note.
You would have loved to see this, Ali.
-
This is photo that Ali Mustafa posted shortly after he arrived in Aleppo to
cover the revolution in 2013. He was killed by Assadist goons a few months
later.
Πριν από 1 εβδομάδα